Μία ημέρα με τον στρατηγό Μλάντιτς

4418

Γράφει ο Χρήστος Ζαμπούνης

Το ερειπωμένο ξενοδοχείο όπου δώσαμε ραντεβού εκείνο το χειμωνιάτικο πρωινό του 1995 έμοιαζε βγαλμένο από ταινία των αδελφών Κοέν. Το ταβάνι του εστιατορίου ήταν τρυπημένο από σφαίρες, λείψανα ποτισμένων από αλκοόλ στρατιωτικών τσιμπουσιών. Κατά έναν περίεργο τρόπο, όμως, τα τραπέζια και οι καρέκλες ήταν τακτοποιημένα, μειώνοντας την γενικότερη αίσθηση εγκατάλειψης.

Με τον Αλέξανδρο Λυκουρέζο, που ήταν ο δικηγόρος του, και τον γιατρό Άρη Μουσιώνη, που ήταν ο σύνδεσμός μας, φθάσαμε στο απομονωμένο σημείο της Βοσνίας, ακολουθώντας κανόνες υψίστης μυστικότητας. Κανένας μας δεν γνώριζε το μέρος όπου θα συναντιόμασταν και κανένας μας δεν τόλμησε να ρωτήσει καθ’ όλην την διαδρομή από το Βελιγράδι πού πηγαίναμε. Ακόμη και ο Σέρβος φωτογράφος που είχε επιστρατευθεί για την περίσταση ήταν αμίλητος. Ο πόλεμος εμαίνετο και ο άνθρωπος που σε λίγο θα μιλούσε στο γαλλικό περιοδικό «Le Figaro Magazine» ήταν στο στόχαστρο του Διεθνούς Δικαστηρίου της Χάγης. Παρά την νατοϊκή απαγόρευση των πτήσεων, ο στρατηγός Μλάντιτς έφθασε με ελικόπτερο, συνοδευόμενος από μία ολιγομελή φρουρά από σκληραγωγημένους κομάντο. Ίσως ήταν εντύπωσίς μου, αλλά κοιτώντας προσεκτικά τα μάτια τους μπορούσες να διακρίνεις τον θάνατο να αντικατοπτρίζεται στον «γυάλινο» αμφιβληστροειδή τους.

Ο στρατιωτικός ηγέτης των Σερβοβοσνίων είχε δεχθεί να δώσει την πρώτη του διεθνή συνέντευξη για προφανείς λόγους. Πρώτον, διότι ένιωθε εμπιστοσύνη στους Έλληνες αδελφούς του, όπως μας αποκαλούσε, και, δεύτερον, διότι ήθελε να μάθει ο κόσμος ότι δεν ήταν ο «χασάπης», όπως τον κατηγορούσαν οι αντίπαλοί του. Μίλησε πολύ για την Ελλάδα, αποκάλυψε ότι ανατράφηκε με το πνεύμα των αρχαίων Ελλήνων συγγραφέων, ιδίως του Θουκυδίδη, εκδήλωσε την στρατιωτική προτίμηση για την Σπάρτη και εξέφρασε την επιθυμία μία ημέρα να μπορέσει να επισκεφθεί το Άγιον Όρος. Μετά το πέρας της σχεδόν μίας ώρας συνομιλίας μας, δέχθηκε αγόγγυστα να ποζάρει παίζοντας σκάκι με τον Αλέξανδρο Λυκουρέζο, για τις ανάγκες της φωτογραφίσεως. Λίγο πριν τον αποχαιρετήσουμε, είχα την φαεινή ιδέα να τον ρωτήσω εάν θα μπορούσαμε να πάμε μία βόλτα με το ελικόπτερο, για να μου δείξει τα τοπία των μαχών. Δίχως να διστάσει δευτερόλεπτο, συγκατάνευσε. Κατά την διάρκεια της πτήσεως συναντήσαμε εχθρικά πυρά. Ήταν τόσο ατρόμητος, που δεν φοβηθήκαμε ούτε λεπτό. Μόνον όταν προσγειωθήκαμε συνειδητοποίησα το μέγεθος του κινδύνου που είχαμε αντιμετωπίσει. Όμως, ο ίδιος είχε αναχωρήσει προς άγνωστη κατεύθυνση.

Μετά το τέλος του πολέμου, το Διεθνές Ποινικό Δικαστήριο της Χάγης για τα εγκλήματα στην πρώην Γιουγκοσλαβία, απήγγειλε εναντίον του κατηγορίες για γενοκτονία, εγκλήματα πολέμου και εγκλήματα κατά της ανθρωπότητας. Χρειάσθηκαν δεκαέξι χρόνια για να εντοπισθεί και να συλληφθεί στο χωριό Λαζαρέβο, στην Βοϊβοντίνα. Δεν είναι άνευ σημασίας ότι η σύλληψή του –απαραίτητη προϋπόθεση για την ενταξιακή πορεία της Σερβίας στην Ευρωπαϊκή Ένωση– προκάλεσε ποικίλες αντιδράσεις. Δεκάδες χιλιάδες Σέρβων κατέβηκαν στους δρόμους και ζήτησαν την άμεση απελευθέρωσή του, χωρίς αποτέλεσμα. Χωρίς αποτέλεσμα ήσαν και έως τώρα προσπάθειες της Ρωσίας για μεταφορά του στην Μόσχα για λόγους υγείας.

Σφαγέας των Βαλκανίων για τους Δυτικούς, ήρωας για τον λαό του, ο στρατηγός Μλάντιτς αρνείται τις κατηγορίες εναντίον του, υποστηρίζοντας ότι ως στρατιωτικός υπάκουε στις εντολές του πρωθυπουργού Σλόμπονταν Μιλόσεβιτς. Οι τίτλοι τέλους για τον αρχηγό των σερβικών δυνάμεων γράφτηκαν πρίν από λίγες ώρες με την καταδίκη του σε ισόβια κάθειρξη.