Γράφει ο Χρήστος Ζαμπούνης
Με κίνδυνο να χαρακτηρισθώ ως μη gentleman, ας μου επιτραπεί να παραπέμψω τους αναγνώστες στο άρθρο της 8ης Φεβρουαρίου, στην οικεία ιστοσελίδα, με τίτλο «Πώς καίγονται οι μάρτυρες». Εκεί, μεταξύ άλλων, σημείωνα: «Σε έναν τόσο μικρό τόπο, όπου όλοι ή σχεδόν όλοι γνωρίζονται, έχει κανείς την εντύπωση ότι η κουμπάρα, ο παλιός συμμαθητής, η γειτόνισσα, ο περιπτεράς της γειτονιάς, δεν θα υποδείξουν ο καθένας με τον τρόπο του, την ταυτότητα των εν λόγω προστατευομένων μαρτύρων;»
Πριν αλέκτωρ λαλήσει τρις, η ιστοσελίδα zougla.gr απεκάλυπτε την ταυτότητα μίας εκ των τριών μαρτύρων της υποθέσεως Novartis. Οποία ήτο η έκπληξις όλων ημών των ενδιαφερομένων, όταν έγινε γνωστή η πηγή της πληροφορίας. Δεν επρόκειτο ούτε για τη σειρά στο στρατό ούτε, για να χαριτολογήσουμε λίγο, για τον μπατζανάκη, αλλά για το Federal Bureau of Investigation. Ω ναι! Είναι το περίφημο FBI το οποίο ”έδωσε” τη Μαρία Μαραγγελή, τη γραμματέα του αντιπροέδρου της Novartis Hellas, Κωνσταντίνου Φρουζή, ο οποίος φέρεται σύμφωνα με τη δικογραφία να δωροδοκεί πολιτικούς. Η διαρροή έγινε μέσω των εγγράφων που έστειλε το FBI στην Αθήνα και εδόθησαν στην πρεσβεία των ΗΠΑ για μετάφραση.
Δεν είναι η πρώτη φορά εξ όσων γνωρίζω που ”καίγεται” μάρτυς στα εγχώρια χρονικά. Στη δίκη της ”17 Νοέμβρη”, που έγινε μετά την έκρηξη του αυτοσχέδιου μηχανισμού στον Πειραιά στα χέρια του Σάββα Ξηρού το 2002, όταν ο πρόεδρος του δικαστηρίου ανέγνωσε το κωδικό όνομα ενός προστατευομένου μάρτυρος, εκείνος σηκώθηκε και είπε «παρών» στην αίθουσα του δικαστηρίου. Λίγα χρόνια αργότερα, στην προκαταρκτική έρευνα κατά της Χρυσής Αυγής, ο Ηλίας Κασιδιάρης παρέλαβε τον φάκελο της δικογραφίας όπου ανεγράφετο το ονοματεπώνυμο και το κινητό του υποτιθέμενου ανωνύμου μάρτυρος, καθώς και της δημοσιογράφου του Alpha που του είχε κάνει συνέντευξη και τον είχε προτείνει για να καταθέσει.
Φαντάζομαι ότι θα υπάρχουν και άλλες παρόμοιες περιπτώσεις που διέλαθαν της προσοχής μου και δημιουργούν ερωτηματικά για το καθεστώς των προστατευομένων μαρτύρων στη χώρα μας. Τώρα σε όσους διερωτηθούν γιατί κινδυνεύω να χαρακτηρισθώ μη gentleman, η απάντησις είναι απλή. Ο gentleman ποτέ δεν επαίρεται γιατί προέβλεψε κάτι, ούτε επαναλαμβάνει τη φράση «τα ’λεγα εγώ».