Γράφει ο Χρήστος Ζαμπούνης
Την Κυριακή 3 Ιουνίου, στις 10.30 π.μ., όσοι τυχεροί βρεθούν στην Βεργίνα, θα έχουν την ευκαιρία να ξεναγηθούν στο βασιλικό ανάκτορο των Αιγών. Ξεναγός τους θα είναι η προϊσταμένη της Εφορείας Αρχαιοτήτων Ημαθίας Αγγελική Κοτταρίδη, μία αρχαιολόγος που συνέδεσε τη ζωή και το έργο της με την Βεργίνα. Πρόκειται για το μεγαλύτερο αναστυλωτικό πρόγραμμα (μαζί με αυτό της Ακροπόλεως) που εκτυλίσσεται στην χώρα μας, προϋπολογισμού 10.000. 000 ευρώ. Η περιγραφή της κυρίας Κοτταρίδη στο ΑΠΕ-ΜΠΕ είναι ποιητική: «Στην καταπράσινη πλαγιά του “Μακεδονικού όρουςˮ του Ηροδότου (σήμερα Πιέρια όρη), εκεί που κάποτε άκμαζαν οι Αιγές, η βασιλική μητρόπολη των Μακεδόνων, το επίμονο κελάηδισμα των αηδονιών διακόπτεται από τον σκληρό ήχο των καλεμιών των λιθοξόων που, ακολουθώντας τον τρόπο των αρχαίων, δίνουν σχήμα στην πέτρα. Δεκάδες, εκατοντάδες λιθόπλινθοι, παίρνουν την πρέπουσα μορφή και περιμένουν σε σειρές. Θα γίνουν μερικές χιλιάδες και, μόλις τελειώσει το μεγάλο τεχνικό έργο της αναστήλωσης του ανακτόρου του Φιλίππου Β΄, θα βρουν την θέση τους».
Η ιστορία έχει ως εξής: Τον 1ο αιώνα μ.Χ. μία μοιραία κατολίσθηση σημαίνει το τέλος των Αιγών και του ανακτόρου που έχτισε στα μέσα του 4ου αιώνος π.Χ. , ο πατέρας του Μεγάλου Αλεξάνδρου. Πρόκειται για το μεγαλύτερο κτίριο της Κλασικής Ελλάδος, τριπλάσιο από τον Παρθενώνα, ένα κτίριο που έγινε αρχέτυπο όλων των «βασιλείων», δηλαδή των ανακτόρων της ελληνιστικής εποχής. Ένα πρωτοποριακό οικοδόμημα, ίσως του Πυθέα, με ένα μνημειώδες τετράγωνο περιστύλιο και υψηλής καλλιτεχνίας ψηφιδωτά. Η αρχαία αίγλη αποκαθίσταται δύο ακριβώς χιλιετηρίδες μετά την καταστροφή και αναμένεται να ολοκληρωθεί το 2022.
«Καθημερινά όλο και περισσότεροι κίονες αποκτούν σώμα. Δυο-δυο, τρεις- τρεις ακόμη και τέσσερις σπόνδυλοι στη σειρά, βρίσκουν συνάφειες και αλληλουχία. Οι κίονες, όχι πια σαν σχέδια στο χαρτί, αλλά σαν όγκοι στο χώρο, σιγά-σιγά ανασχηματίζονται από τους αρχαίους πέτρινους σπονδύλους τους και δίνουν στην ομάδα ευκαιρία να πανηγυρίζει», τονίζει η κ. Αγγελική Κοτταρίδη.
Η επίμων αρχαιολόγος
Πρωτογνώρισα την Αγγελική το 1977, λίγες ημέρες μετά την ανακάλυψη των βασιλικών τάφων της Βεργίνας. Εκείνη ήταν φοιτήτρια στο τμήμα Κλασικής Αρχαιολογίας στο Πανεπιστήμιο της Θεσσαλονίκης και εγώ μαθητής του Λυκείου Βεροίας. Η φιλική σχέσις της μητέρας μου που ήταν γείτων του Μανώλη Ανδρόνικου στην περιοχή Ντεπώ της Θεσσαλονίκης, μας επέτρεψε να είμαστε από τους πρώτους που επισκεφθήκαμε την περίφημη Τούμπα της Βεργίνας και κατεβήκαμε την ξύλινη σκάλα που οδηγούσε στους τάφους.
Ο χώρος μου ήταν οικείος γιατί εκεί πηγαίναμε εκδρομή με το σχολείο ήδη από τα πρώτα γυμνασιακά χρόνια. Οικειότητα απέκτησα και με την Αγγελική στο διάβα του χρόνου είτε ως ξεναγός στην αρχή που συνόδευα γκρουπ είτε ως δημοσιογράφος που έκανα αφιερώματα στα ξένα περιοδικά. Τα τελευταία χρόνια που ανέλαβε την διεύθυνση της Εφορείας Αρχαιοτήτων Ημαθίας της ζητούσα, όποτε την συναντούσα στην Βέροια, να μου παραχωρήσει συνέντευξη στα έντυπα που συνεργαζόμουν (Πρώτο Θέμα, Παραπολιτικά), αλλά εις μάτην. Χωρίς να της κρατώ κακία, σπεύδω να αναδημοσιεύσω ένα άκρως ψυχαναλυτικό απόσπασμα από την συνομιλία που είχε με την Γλυκερία Μπασδέκη για την Lifo: «Στα έξι έμαθα να διαβάζω. Άρχισα με την Ιλιάδα και την Οδύσσεια, ερωτεύτηκα με τη σειρά τον Απόλλωνα, τον Αχιλλέα και τον Αλέξανδρο, με τον οποίο ακόμα “παιδεύομαιˮ, και βρήκα τον “τόποˮ μου. Κάπως έτσι με μάγεψαν για πάντα οι απόντες, οι αρχαίοι. Άρχισα τις εξερευνήσεις στην αυλή, στις γύρω αυλές και στα κάστρα, καταβρόχθιζα κυριολεκτικά οτιδήποτε είχε σχέση με Αρχαιολογία και Ιστορία, ζωγράφιζα παλιά σπίτια, εκκλησιές και χαλάσματα».
Σαράντα χρόνια μετά την πρώτη γνωριμία μας, η Αγγελική συνεχίζει να είναι οικεία στην καρδιά και την ψυχή μου, ως μία άξια θεματοφύλαξ της Ιστορίας, ως ένας γοητευτικός συνδετικός κρίκος ανάμεσα στο Παρελθόν και το Μέλλον, τους απόντες και τους παρόντες.
Αναδημοσίευση από την εφημερίδα «Βραδυνή»