Η ρύθμιση των 120 δόσεων – Τι θα πρέπει να ξέρετε – Ποιοι εξαιρούνται

938

Aνάσα για 4 εκατομμύρια οφειλέτες, φυσικά και νομικά πρόσωπα, να εξοφλήσουν σε έως και 120 μηνιαίες δόσεις τις βεβαιωμένες οφειλές τους προς το Δημόσιο και τα ασφαλιστικά ταμεία, οι οποίες κατέστησαν ληξιπρόθεσμες έως την 31η-12-2018 δίνει η κυβέρνηση με τις διατάξεις των άρθρων 98 έως 109 του νέου πολυνομοσχεδίου που κατέθεσε χθες στη Βουλή.

Σε όλους τους οφειλέτες θα χορηγείται κατ’ αρχήν έκπτωση 10% επί των ήδη συσσωρευμένων τόκων και προσαυξήσεων. Για την υπαγωγή στη ρύθμιση δεν προβλέπονται περιουσιακά κριτήρια, ενώ -σε κάθε περίπτωση- τα εισοδήματα που θα λαμβάνονται υπόψη για τον καθορισμό του αριθμού και των ποσών των μηνιαίων δόσεων θα είναι τα πραγματικά δηλωθέντα, στα οποία συμπεριλαμβάνονται όλα τα φορολογηθέντα και φοροαπαλλαχθέντα ποσά.

Για οφειλέτες με συνολικό εισόδημα φορολογικού έτους 2017 (ατομικό, φορολογούμενο ή απαλλασσόμενο, πραγματικό) μέχρι 10.000 ευρώ χορηγείται δυνατότητα ρύθμισης των οφειλών τους σε έως και 120 μηνιαίες δόσεις, υπό τον περιορισμό ότι το ελάχιστο ποσό κάθε μηνιαίας δόσης δεν μπορεί να είναι μικρότερο από 30 ευρώ.

Το νομοσχέδιο καθορίζει με σαφήνεια πότε χάνεται η ρύθμιση, καθώς και ποια ευεργετήματα εξασφαλίζουν όσοι ενταχθούν στη ρύθμιση.

Επίσης κωδικοποιούνται οι οφειλές, οι οποίες δεν μπορούν να ενταχθούν στη ρύθμιση.

Αναλυτικότερα, για κάθε κατηγορία οφειλετών προβλέπονται τα εξής:

Α. Φυσικά πρόσωπα

Τρόπος υπολογισμού δόσεων

Για οφειλέτες με συνολικό εισόδημα φορολογικού έτους 2017 (ατομικό, φορολογούμενο ή απαλλασσόμενο, πραγματικό) μέχρι 10.000 ευρώ χορηγείται δυνατότητα ρύθμισης των οφειλών τους σε έως και 120 μηνιαίες δόσεις, υπό τον περιορισμό ότι το ελάχιστο ποσό κάθε μηνιαίας δόσης δεν μπορεί να είναι μικρότερο από 30 ευρώ.

Για τους οφειλέτες με εισόδημα φορολογικού έτους 2017 άνω των 10.000 ευρώ, ο αριθμός των δόσεων καθορίζεται από τη φορολογική διοίκηση με βάση τα ακόλουθα «βήματα»:

1ο βήμα: Με βάση το συνολικό εισόδημα του φορολογικού έτους 2017 προσδιορίζεται το «ετήσιο ποσό καταβολών» κάθε οφειλέτη με τη χρήση προοδευτικής κλίμακας την οποία παραθέτουμε σε σχετικό πίνακα.

Καθένα από τα ποσοστά συντελεστών της συγκεκριμένης μειώνεται ανάλογα με τον αριθμό των εξαρτώμενων τέκνων του οφειλέτη, ως εξής:

αα) κατά μία (1) μονάδα για ένα τέκνο,

ββ) κατά δύο (2) μονάδες για δύο τέκνα,

γγ) κατά τρεις (3) μονάδες για τρία τέκνα και άνω.

2ο βήμα: Το «ετήσιο ποσό καταβολών» διαιρείται, στη συνέχεια, με τον αριθμό 12 και έτσι ανάγεται σε «μηνιαίο ποσό καταβολής».

3ο βήμα: Το ποσό της ρυθμιζόμενης οφειλής διαιρείται με το «μηνιαίο ποσό καταβολής». Το πλήθος των δόσεων της ρύθμισης προκύπτει από το ακέραιο μέρος του πηλίκου της διαίρεσης αυτής.

Περιορισμοί

Σε κάθε περίπτωση ισχύουν οι ακόλουθοι τρεις περιορισμοί, βάσει των οποίων το ποσό κάθε μηνιαίας δόσης μπορεί να διαφοροποιηθεί μετά τους παραπάνω υπολογισμούς:

* Το ελάχιστο ποσό κάθε μηνιαίας δόσης δεν μπορεί να είναι χαμηλότερο των 30 ευρώ.

* Ο αριθμός των μηνιαίων δόσεων δεν μπορεί να είναι χαμηλότερος των 18.

* Ο αριθμός των μηνιαίων δόσεων δεν μπορεί να είναι μεγαλύτερος των 120.

Σε περίπτωση που ο περιορισμός της ελάχιστης δόσης των 30 ευρώ έχει ως συνέπεια να προκύπτει αριθμός δόσεων μικρότερος των 18, ο αριθμός των δόσεων ορίζεται σε επίπεδο χαμηλότερο των 18. Κάτι τέτοιο συμβαίνει με ποσά οφειλών χαμηλότερα των 540 ευρώ.

Προϋποθέσεις υπαγωγής

Για την υπαγωγή στη ρύθμιση είναι απαραίτητη η υποβολή των δηλώσεων φορολογίας εισοδήματος της τελευταίας πενταετίας, με τελευταίο έτος το φορολογικό έτος 2017.

Σε περίπτωση που ο οφειλέτης δεν είχε υποχρέωση υποβολής δήλωσης φορολογίας εισοδήματος κατά το φορολογικό έτος 2017, χορηγείται το μέγιστο πλήθος δόσεων, υπό τον περιορισμό του ελάχιστου ποσού μηνιαίας δόσης. Στην αίτηση υπαγωγής αναγράφονται το έτος ή τα έτη εντός της ανωτέρω πενταετίας για τα οποία ο οφειλέτης δεν είχε υποχρέωση υποβολής δήλωσης.

Εκπτώσεις προσαυξήσεων – τόκων

Εάν ο οφειλέτης επιλέξει πριν από την υπαγωγή της οφειλής του στη ρύθμιση να καταβάλει την οφειλή του σε μικρότερο πλήθος δόσεων απ’ αυτό που προκύπτει με βάση τους παραπάνω υπολογισμούς, δικαιούται έκπτωσης επί των προσαυξήσεων και των τόκων εκπρόθεσμης καταβολής, ως εξής:

α) 15% για μείωση δόσεων 20%,

β) 25% για μείωση δόσεων 30%,

γ) 35% για μείωση δόσεων 40%,

δ) 45% για μείωση δόσεων 50%,

ε) 55% για μείωση δόσεων 60%,

στ) 75% για μείωση δόσεων 70%,

ζ) 85% για μείωση δόσεων 80%,

η) 90% για μείωση δόσεων 90%,

θ) σε περίπτωση που ο οφειλέτης εξοφλήσει εφάπαξ την οφειλή του, διαγράφεται το σύνολο των τόκων και των προσαυξήσεων.
Β. Ν.Π. ή νομικές οντότητες μη κερδοσκοπικού χαρακτήρα:

Οι κανόνες υπολογισμού των δόσεων και οι όροι υπαγωγής για τα νομικά πρόσωπα και τις νομικές οντότητες μη κερδοσκοπικού χαρακτήρα είναι ίδιοι με αυτούς που ισχύουν για τα φυσικά πρόσωπα.

Αν οι ανωτέρω οφειλέτες έχουν προβεί σε διακοπή εργασιών, ως συνολικό εισόδημα για τον υπολογισμό του αριθμού των δόσεων λαμβάνεται υπόψη το συνολικό εισόδημα, φορολογούμενο ή απαλλασσόμενο, του φορολογικού έτους διακοπής εργασιών.

Γ. Νομικά πρόσωπα ή νομικές οντότητες κερδοσκοπικού χαρακτήρα:

Για οφειλέτες που είναι νομικά πρόσωπα ή νομικές οντότητες κερδοσκοπικού χαρακτήρα χορηγείται δυνατότητα ρύθμισης των οφειλών τους σε έως 18 μηνιαίες δόσεις και κατ’ εξαίρεση σε έως 30 μηνιαίες δόσεις εφόσον πρόκειται για οφειλές που βεβαιώνονται από έκτακτη αιτία ή φόρους που καταβάλλονται εφάπαξ, με ταυτόχρονη απαλλαγή από προσαυξήσεις και τόκους εκπρόθεσμης καταβολής που τις επιβαρύνουν κατά την ημερομηνία της αίτησης υπαγωγής, σε συνάρτηση με το πλήθος των δόσεων που επιλέγονται, υπό τον περιορισμό ότι το ελάχιστο ποσό μηνιαίας δόσης ανέρχεται σε 30 ευρώ.

Ειδικότερα, για οφειλές που μπορούν να ρυθμίζονται σε έως 18 δόσεις η απαλλαγή από τις προσαυξήσεις και τους τόκους προσδιορίζεται ως εξής:

α) 100% για εφάπαξ καταβολή,
β) 80% για καταβολή σε 2 έως 6 μηνιαίες δόσεις,
γ) 50% για καταβολή σε 7 έως 12 μηνιαίες δόσεις,
δ) 30% για καταβολή σε 13 έως 16 μηνιαίες δόσεις.

Για οφειλές που μπορούν να ρυθμίζονται σε έως 30 δόσεις η απαλλαγή από τις προσαυξήσεις και τους τόκους προσδιορίζεται ως εξής:

α) 100% για εφάπαξ καταβολή,
β) 85% για καταβολή σε 2 έως 6 μηνιαίες δόσεις,
γ) 70% για καταβολή σε 7 έως 12 μηνιαίες δόσεις,
δ) 50% για καταβολή σε 13 έως 18 μηνιαίες δόσεις,
ε) 30% για καταβολή σε 19 έως 24 μηνιαίες δόσεις.

Προϋποθέσεις υπαγωγής

Για την υπαγωγή στη ρύθμιση είναι απαραίτητη η υποβολή των δηλώσεων φορολογίας εισοδήματος της τελευταίας πενταετίας, με τελευταίο έτος το φορολογικό έτος 2017.

Το ελάχιστο ποσό μηνιαίας δόσης της ρύθμισης ορίζεται σε 30 ευρώ.

Με την υπαγωγή στη ρύθμιση δεν υπολογίζονται τα πρόστιμα των άρθρων 57 του ΚΦΔ και 6 του ΚΕΔΕ.

Εκπρόθεσμη καταβολή

Βασικές οφειλές που υπάγονται στη ρύθμιση επιβαρύνονται με τόκο που ανέρχεται σε 5% ετησίως.

Κατ’ εξαίρεση, βασικές συνολικές οφειλές μέχρι 3.000 ευρώ ανά Υπηρεσία που υπάγονται σε πρόγραμμα ρύθμισης δεν επιβαρύνονται πλέον με προσαυξήσεις και τόκους εκπρόθεσμης καταβολής, εφόσον ο οφειλέτης είναι φυσικό πρόσωπο και το συνολικό εισόδημά του δεν υπερβαίνει τις 10.000 ευρώ.

Η καθυστέρηση καταβολής δόσης συνεπάγεται την επιβάρυνση αυτής με μηνιαία προσαύξηση 2%.

Τι υπάγεται προαιρετικά

Στη ρύθμιση δύνανται επίσης να υπαχθούν, μετά από επιλογή του οφειλέτη, και οφειλές προς τη φορολογική διοίκηση που βεβαιώθηκαν και κατέστησαν ληξιπρόθεσμες έως 31-12-2018, οι οποίες κατά την ημερομηνία της αίτησης τελούν σε αναστολή πληρωμής από οποιαδήποτε αιτία ή έχουν υπαχθεί σε «πάγια ρύθμιση» 12 ή 24 δόσεων.

Η αίτηση για την υπαγωγή σε πρόγραμμα ρύθμισης πρέπει να υποβληθεί ηλεκτρονικά στη φορολογική διοίκηση μέχρι την 28η-6-2019.

Για την υπαγωγή στη ρύθμιση του παρόντος μέρους πρέπει να καταβληθεί η πρώτη δόση εντός τριών εργάσιμων ημερών από την ημερομηνία αίτησης υπαγωγής στη ρύθμιση. Οι επόμενες δόσεις πρέπει να καταβάλλονται έως την τελευταία εργάσιμη ημέρα των επόμενων μηνών από την ημερομηνία αίτησης υπαγωγής στη ρύθμιση. Η καταβολή κάθε δόσης θα γίνεται με βάση Ταυτότητα Ρυθμιζόμενης Οφειλής (ΤΡΟ) είτε στις τράπεζες, είτε στα υποκαταστήματα των ΕΛΤΑ, είτε μέσω e-banking.

Απώλεια ρύθμισης

Η ρύθμιση απόλλυται, με συνέπεια την υποχρεωτική άμεση καταβολή του υπολοίπου της οφειλής, σύμφωνα με τα στοιχεία της αρχικής βεβαίωσης και την άμεση επιδίωξη της είσπραξής της με όλα τα προβλεπόμενα από την ισχύουσα νομοθεσία μέτρα, εάν ο οφειλέτης:

α) δεν καταβάλει δύο (2) συνεχόμενες μηνιαίες δόσεις της ρύθμισης ή καθυστερήσει την καταβολή των δύο (2) τελευταίων δόσεων της ρύθμισης για το αντίστοιχο χρονικό διάστημα,

β) δεν υποβάλλει τις προβλεπόμενες δηλώσεις φορολογίας εισοδήματος και ΦΠΑ καθ’ όλο το διάστημα της ρύθμισης των οφειλών του και μέχρι την εξόφλησή της εντός τριών (3) μηνών το αργότερο από την παρέλευση της προθεσμίας υποβολής τους ή εντός τριών (3) μηνών από την ημερομηνία αίτησης για υπαγωγή στη ρύθμιση εφόσον η προθεσμία υποβολής έχει παρέλθει πριν από την υπαγωγή σε αυτή,

γ) δεν εξοφλήσει ή τακτοποιήσει κατά νόμιμο τρόπο τις οφειλές του, καθ’ όλη τη διάρκεια της ρύθμισης του παρόντος μέρους εντός διμήνου από τη λήξη προθεσμίας καταβολής τους ή εντός διμήνου από την ημερομηνία αίτησης για υπαγωγή στη ρύθμιση του παρόντος εφόσον η προθεσμία καταβολής τους παρήλθε πριν από την υπαγωγή σε αυτή,

δ) υποπέσει σε παραβάσεις των περ. Γ, ια’, ιβ’, ιε’ ή ιστ’ της παρ. 1 του άρθρου 54 ή της παρ. 1 του άρθρου 58Α του ν. 4174/2013 καθ’ υποτροπή.

Ευεργετήματα

Η υπαγωγή και συμμόρφωση στη ρύθμιση παρέχει στον οφειλέτη τα ακόλουθα ευεργετήματα:

α) Χορηγείται αποδεικτικό ενημερότητας.
β) Αναβάλλεται η εκτέλεση τυχόν ποινής φυλάκισης που έχει επιβληθεί για μη καταβολή οφειλής άνω των 100.000 ευρώ στο Δημόσιο ή, εφόσον άρχισε η εκτέλεσή της, διακόπτεται.
γ) Αναστέλλεται η λήψη αναγκαστικών μέτρων είσπραξης και η συνέχιση της διαδικασίας της αναγκαστικής εκτέλεσης επί κινητών ή ακινήτων.

Η αναστολή αυτή δεν ισχύει για κατασχέσεις που έχουν επιβληθεί στα χέρια τρίτων ή έχουν εκδοθεί οι σχετικές παραγγελίες, τα αποδιδόμενα όμως ποσά απ’ αυτές λαμβάνονται υπόψη για την κάλυψη δόσης ή δόσεων της ρύθμισης εφόσον δεν πιστώνονται διαφορετικά κατά τις κείμενες διατάξεις.

Εξαιρέσεις

δεν υπάγονται στη ρύθμιση:

α) Οφειλές που έχουν υπαχθεί σε ρύθμιση 100 δόσεων του ν. 4321/2015 ή του ν. 4305/2014, εφόσον η ρύθμιση αυτή απωλέσθη μετά την 6η Μαΐου 2019.
β) Οφειλές που έχουν υπαχθεί σε σύμβαση/ρύθμιση με τη φορολογική διοίκηση, σύμφωνα με τις διατάξεις του ν. 4469/2017 και η οποία ρύθμιση απωλέσθη μετά την 6η-5-2019.
γ) Οφειλέτες που κατά τον χρόνο υπαγωγής έχουν καταδικαστεί με αμετάκλητη δικαστική απόφαση για φοροδιαφυγή ή λαθρεμπορία.
δ) Οφειλές οι οποίες αφορούν ανάκτηση κρατικών ενισχύσεων που χορηγήθηκαν με τη σύσταση ειδικών αφορολόγητων αποθεματικών ή που δεν δύνανται να ρυθμίζονται σύμφωνα με άλλες διατάξεις.