O Tζίμης Πανούσης γεννήθηκε στις 12 Φεβρουαρίου 1954 από Μικρασιάτες πρόσφυγες γονείς – τον Θεόδωρο και τη Φωτεινή – στην Αθήνα και μεγάλωσε στο Χολαργό. Το 1973 βρήκε από αγγελία δουλειά σε περιοδεύοντα θίασο. Στη συνέχεια εγκατέλειψε το θίασο για να δουλέψει ως υπάλληλος στην Εθνική Τράπεζα από την οποία παραιτήθηκε σε σύντομο χρονικό διάστημα.
Μουσικά δήλωνε αυτοδίδακτος. Τις πρώτες προσπάθειες στο χώρο της μουσικής τις έκανε με το σχήμα «Χαρούμενη Κουδουνίστρα» όταν ακόμα ήταν στο Γυμνάσιο. Στα μέσα με τέλη της δεκαετίας του 1970 σχηματίστηκαν οι Μουσικές Ταξιαρχίες από τον Τζίμη Πανούση (φωνή, στίχοι, μουσική) και τους Σπύρο Πάζιο (κιθάρα, synthesizer, έγχορδα), Γιάννη Δρόλαπα (ηλεκτρική κιθάρα), Βαγγέλη Βέκιο (τύμπανα) και Δημήτρη Δασκαλοθανάση (μπάσο). Στη συνέχεια προστέθηκε και ο Van Svarnas (σαξόφωνο).
Η πρώτη τους εμφάνιση σε κοινό έγινε το 1980 στο «Skylab» στην Πλάκα, ενώ η πρώτη τους δισκογραφική δουλειά ήταν ο δίσκος Μουσικές Ταξιαρχίες που κυκλοφόρησε από την MINOS-EMI το 1982. Νωρίτερα (το 1980) είχε κυκλοφορήσει μία ανεξάρτητη παραγωγή σε κασέτα, το «Disco Tsoutsouni».
Ακολούθησαν οι δίσκοι Αν η Γιαγιά μου είχε Ρουλεμάν (1984) και Hard Core (ζωντανή ηχογράφηση, 1985). Από τον επόμενο δίσκο “Κάγκελα Παντού” (1986) ο Πανούσης αποφάσισε να συνεχίσει μόνος του.
Το 1987 κυκλοφόρησε ο δίσκος «Χημεία και Τέρατα» από την MINOS-EMI. Οι επόμενοι δύο δίσκοι «Δουλειές του Κεφαλιού» / The Greatest Kitsch Live! (1990) και «Ο Ρομπέν των Χαζών» (ζωντανή ηχογράφηση, 1992) κυκλοφόρησαν από την Music Box International, ενώ το «Vivere Pericolosamente» από την Warner το 1993. Η επόμενη δισκογραφική του δουλειά κυκλοφόρησε εφτά χρόνια μετά, το 2000, με τίτλο «Με Λένε Πόπη» και ήταν ζωντανή ηχογράφηση. Το 2002 κυκλοφόρησε επίσης μαζί με το περιοδικό Μετρό το ολιγόλεπτο CD «Δείγμα Δωρεάν» με ακυκλοφόρητα τραγούδια από τις τελευταίες παραστάσεις του.
Τον Ιανουάριο του 2009 κυκλοφόρησε ένα διπλό DVD με ζωντανή κινηματογράφηση της παράστασης «Της Πατρίδας μου η Σημαία» που δόθηκε το 2008 στο Γυάλινο Μουσικό Θέατρο.
Την άνοιξη του 2015 οι Μουσικές Ταξιαρχίες επανενώθηκαν για μια σειρά εμφανίσεων στο Κύτταρο έπειτα από 30 χρόνια απουσίας.
Πέρα από τη μουσική o Τζίμης Πανούσης ασχολήθηκε κατά καιρούς με το ραδιόφωνο, την τηλεόραση και λιγότερο με τον κινηματογράφο. Εργάστηκε ως ραδιοφωνικός παραγωγός στους ραδιοσταθμούς Top FM, Κανάλι 15, Ωχ FM, Flash 9.61, ΣΚΑΪ 100.3, City FM 99.5. Η τηλεοπτική εκπομπή του «Κορίτσια ο Τζίμης» που επρόκειτο να μεταδοθεί το 1995από την τότε ΕΤ2 τελικά «κόπηκε», ωστόσο στιγμιότυπά της έχουν κατά καιρούς παρουσιάσει κατά τη διάρκεια τηλεοπτικών συνεντεύξεών του.
Είχε εμφανιστεί σε τηλεοπτικές σειρές όπως οι Δέκα Μικροί Μήτσοι του Λάκη Λαζόπουλου. Στον κινηματογράφο, είχε πρωταγωνιστήσει στην ταινία Ο δράκουλας των Εξαρχείων (1981) του Νίκου Ζερβού μαζί με τις υπόλοιπες Μουσικές Ταξιαρχίες και έχει εμφανιστεί ως γκεστ σταρ στις ταινίες Ηνίοχος (1995) του Αλέξη Δαμιανού, Προστάτης Οικογένειας (1997) του Νίκου Περάκη και Safe Sex (1999) των Μ. Ρέππα – Θ. Παπαθανασίου.
Έχουν εκδοθεί έξι βιβλία του Πανούση, κυρίως βασισμένα στις ραδιοφωνικές του εκπομπές. Πρώτο ήταν το Η Ζάλη των Τάξεων (Γνώσεις, 1989) που περιέχει 40 ιστορίες ραδιοφωνικής φαντασίας που ακούστηκαν από την εκπομπή «Δούρειος Ήχος» στον Top FM την περίοδο 1988-89, ακολούθησαν τα Πικρέ, Μικρέ Μου Αράπη (Opera, 1990) που ήταν μια σαπουνόπερα 22 επεισοδίων που είχε ακουστεί από τον «Δούρειο Ήχο» το καλοκαίρι του 1989 και «Το Κυνήγι της Γκόμενας» (Opera, 1992) που αποτελείται από 30 σύντομες γυναικείες βιογραφίες.
Το 1996, με αφορμή τα 20 χρόνια της καλλιτεχνικής του δημιουργίας, είχε κυκλοφορήσει το «Υγιεινή Διαστροφή» (Opera), που συμπεριελάμβανε την έκδοση σε CD του Disco Tsoutsouni και περιείχε το σύνολο των στίχων των τραγουδιών του μέχρι τότε καθώς και συνεντεύξεις, γκάλοπ κ.α.
Τον Ιανουάριο του 2002 παρουσίασε στο περιοδικό ΜΕΤΡΟ τον «εναλλακτικό Καζαμία 2002»με τον τίτλο «Μωρόν λαβέ» ντυμένος με μαντήλα τύπου Παλαιάς Διαθήκης κρατώντας κούκλα βρέφους, τυλιγμένο με την αστερόεσσα.
To 2005 κυκλοφόρησαν ταυτόχρονα ακόμα δύο βιβλία του από τις εκδόσεις Opera με τίτλους «Μικροαστική Καταστροφή» και «Πούστευε και Μη Ερεύνα», ενώ το 2010 κυκλοφόρησε το πολύτομο έργο «Ο Στάλιν σκέφτεται για σένα στο Κρεμλίνο». Το 2011 παρουσίαζε καθημερινή ημίωρη ραδιοφωνική εκπομπή σατιρίζοντας πολιτικά γεγονότα με τον τίτλο «Δούρειος ήχος», με εναρκτήρια ατάκα «Αμερικανοτσολιάδες, ελβετόψυχοι, αλήτες, ρουφιάνοι, δημοσιογράφοι, ελεύθεροι πολιορκημένοι επαγγελματίες ήλθεν η ώραν σας» – “Αβάντι πόμολο !” (με μουσική υπόκρουση το «Αβάντι Πόπολο»).
Δικαστικές διαμάχες
Η ιδεολογική στάση του Πανούση και η καυστική του σάτιρα τον είχε φέρει αρκετές φορές αντιμέτωπο με το δικαστήριο, αρχής γενομένης από το 1980, με μία κατηγορία από το Πλημμελειοδικείο Καρδίτσας για περιύβριση αρχής. Ακολούθησαν αρκετές δίκες με κύρια κατηγορία την αθυροστομία του, αλλά και τον καυστικό του στίχο που έθιγε άμεσα και έμμεσα πρόσωπα και καταστάσεις. Κατά την περίοδο πριν την κατάργηση της λογοκρισίας (περίπου το 1984) από τους δίσκους των Μουσικών Ταξιαρχιών λογοκρίνονταν λέξεις που «προσέβαλαν τη δημόσια αιδώ». Με το δίσκο Δουλειές του Κεφαλιού κατηγορήθηκε για περιύβριση εθνικού συμβόλου αφού στο εξώφυλλο του δίσκου εικονιζόταν να ανοίγει τρύπες σε ελληνικές σημαίες. Για αυτές τις κατηγορίες αθωώθηκε.
Το 1997 μηνύθηκε για συκοφαντική δυσφήμηση από τον Γιώργο Νταλάρα τον οποίο ο Τζίμης Πανούσης περιέπαιζε κατά τη διάρκεια παραστάσεών εικονίζοντας τον να βγάζει λεφτά από το στόμα του, σατιρίζοντας τις πολύ μεγάλες συναυλίες του Νταλάρα στο εξωτερικό, σχετικά με το εθνικό ζήτημα της Κύπρου. Ο Γιώργος Νταλάρας κατέθεσε ασφαλιστικά μέτρα εναντίον του, που ίσχυσαν μέχρι την εκδίκαση της υπόθεσης, και απαίτησε από τον Πανούση να σταματήσει να χρησιμοποιεί τη φωνή και την εικόνα του στις παραστάσεις του, με πρόστιμο αν το έκανε ενός εκατομμυρίου δραχμών για κάθε αναφορά.
Αργότερα ζήτησε αποζημίωση για ηθική βλάβη αλλά τελικά η υπόθεση έληξε με καταδίκη του Πανούση σε φυλάκιση πέντε μηνών με αναστολή από το Τριμελές Πλημμελειοδικείο Αθηνών. Ο Πανούσης στις 27 Μαΐου 1999 κατέθεσε έφεση η οποία απορρίφθηκε από το εφετείο Αθηνών στις 21 Δεκέμβρη του 2000. Η απόφαση επικυρώθηκε ξανά από το Τριμελές Εφετείο Αθηνών το Μάη του 2002 και τελεσίδικα τον Απρίλη του 2004 από τον Άρειο Πάγο. Ο Πανούσης πάντως συνέχισε να αναφέρεται δημόσια στον Νταλάρα χωρίς να τον ονομάζει αλλά αποκαλώντας τον «ακατονόμαστο».
Ένα εξώφυλλο στο περιοδικό Κλικ το 1999 πού έδειχνε τον Τζίμη ντυμένο αρχιεπίσκοπο να δαγκώνει ένα μήλο κρατώντας την κιθάρα του ήταν η αιτία για την κατηγορία αυτού και των εκδοτών του περιοδικού για καθύβριση θρησκεύματος. Οι κατηγορούμενοι κρίθηκαν ομόφωνα αθώοι από το ακροατήριο. Μια από τις πιο γνωστές κατηγορίες που αντιμετώπισε ο Πανούσης και αναπαράχθηκε από τα ΜΜΕ (όπως και αυτή με τον Νταλάρα) ήταν η κατηγορία για προσβολή εθνικού συμβόλου, αιτία της οποίας αυτή τη φορά ήταν η αφίσα της παράστασης «Της Πατρίδας μου η Σημαία» η οποία έδειχνε ένα περίγραμμα ελληνικής σημαίας (στη πραγματικότητα τεμάχιο πανιού με εναλλασσόμενες λευκές και μπλε λωρίδες με ένα σφυροδρέπανο στη θέση του σταυρού). Μετά την αυτόφωρη σύλληψη του και τη δήλωση του “εγώ τον σκότωσα, εγώ!” αρχικά είχε καταδικαστεί σε εξαγοράσιμη ποινή τεσσάρων μηνών φυλάκισης αλλά τελικά είχε αθωωθεί σε δεύτερο βαθμό.
Στις αρχές του 2005 ο Πανούσης είχε καταδικαστεί ερήμην, από το πρωτοδικείο Πάτρας για εξύβριση αστυνομικού, επειδή κατά τη διάρκεια παράστασής του στην πόλη έκανε τηλεφωνική φάρσα σε συνταξιούχο αστυνομικό.
Πηγή:Wikipedia, Πρώτο Θέμα