Αρνητική είναι η έκθεση του ευρωπαϊκού εξαμήνου για την Ελλάδα, καθώς μαζί με την Ιταλία και την Κύπρο, είναι οι μοναδικές χώρες, στις οποίες παρατηρούνται «υπερβολικές ανισορροπίες». H Eυρωπαϊκή Επιτροπή ζητά από την ελληνική κυβέρνηση επιτάχυνση των μεταρρυθμίσεων ενώ εκφράζει την ανησυχία της για τις επιπτώσεις της αύξησης του κατώτατου μισθού στον προϋπολογισμό.
Η έκθεση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, στο πλαίσιο της δεύτερης αξιολόγησης της ενισχυμένης μεταμνημονιακής επιτήρησης διαπίστωσε πως δεν υπάρχουν οι προϋποθέσεις για εκταμίευση της δόσης.
Στην έκθεση σημειώνεται ότι μπορεί η Ελλάδα να έχει σημειώσει πρόοδο στην εφαρμογή μεταμνημονιακών δεσμεύσεων, πλην όμως ορισμένες δράσεις μένει να ολοκληρωθούν, ιδίως στον τομέα του χρηματοπιστωτικού συστήματος.
«Κόκκινα» δάνεια
Ιδιαίτερη αναφορά κάνει η έκθεση στα «κόκκινα» δάνεια και τις επιπτώσεις στον τραπεζικό τομέα όπου σημειώνεται ότι οι συζητήσεις συνεχίζονται αναφορικά με την πρόταση των ελληνικών αρχών για ένα νέο πλαίσιο προστασίας της πρώτης κατοικίας που θα αντικαταστήσει το νόμο Κατσέλη.
Στην πρώτη θέση των καθυστερήσεων βρίσκεται και πάλι το θέμα των κόκκινων δανείων/νόμου Κατσέλη με τους θεσμούς να τονίζουν την ανάγκη διαμόρφωσης ενός νέου πλαισίου προστασίας με τα χαρακτηριστικά που προαναφέρθηκαν. Στο προαπαιτούμενο αυτό δεν φαίνεται να έχει ικανοποιηθεί πλήρως καμία από τις παραμέτρους που έχουν τεθεί.
«Τα προβλήματα ευπάθειας συνδέονται με το υψηλό δημόσιο χρέος, την αρνητική εξωτερική εξισορρόπηση, το μεγάλο ποσοστό των μη εξυπηρετούμενων δανείων», αναφέρει η έκθεση.
ΔΕΗ
Αναφορικά με τη δέσμευση της πώλησης των λιγνιτικών μονάδων της ΔΕΗ έως το τέλος του 2018, η έκθεση αναφέρει ότι η πώληση έχει καθυστερήσει καθώς στη διαδικασία δεν υπήρξαν ικανοποιητικές προσφορές. Τα επόμενα βήματα πρέπει να συμφωνηθούν με την Κομισιόν και οι αρχές έχουν διαβεβαιώσει για την πρόθεσή τους να υποβάλουν νέα πρόταση.
Κατώτατος μισθός
«Καμπανάκι» κρούει και για τον το κατώτατο μισθό. «Η μεγάλη αύξηση του κατώτατου μισθού προκαλεί ένα βραχυπρόθεσμο θετικό αντίκτυπο στην οικονομική δραστηριότητα αλλά εγκυμονεί κινδύνους για χαμηλότερους ρυθμούς αύξησης της απασχόλησης και μια διαρκή απώλεια ανταγωνιστικότητας σε μεσοπρόθεσμο ορίζοντα. Οι αρχές καλούνται να αναπτύξουν στρατηγική μεταρρυθμίσεων που ενισχύουν τις επενδύσεις και το δυνητικό ρυθμό ανάπτυξης σε τομείς κλειδιά, όπως η ενέργεια και οι αποκρατικοποιήσεις», αναφέρει η έκθεση.
Η έκθεση σημειώνει πως το χρέος της Ελλάδας είναι μεν τεράστιο, βρίσκεται όμως στη κατοχή θεσμικών επενδυτών συνεπώς το κόστος αποπληρωμής του παραμένει χαμηλό. Παράλληλα υπάρχουν μεγάλα προβλήματα στον χρηματοπιστωτικό τομέα της Ελλάδας εξαιτίας των πολυάριθμων κόκκινων δανείων και της χαμηλής κερδοφορίας των τραπεζών. Αυτό σημαίνει πως δεν ανακάμπτουν οι επενδύσεις και δεν αυξάνεται ο ρυθμός δανειοδότησης.
«Ο ρυθμός μείωσης του χρέους εξαρτάται σε μεγάλο βαθμό από τη συνεχιζόμενη επίτευξη των συμφωνηθέντων δημοσιονομικών στόχων και από την εφαρμογή μεταρρυθμίσεων», υπογραμμίζεται ακόμη στην έκθεση. Στον χρηματοπιστωτικό τομέα, η κατάσταση είναι πιο ευάλωτη εξαιτίας ενός πολύ μεγάλου αριθμού μη εξυπηρετούμενων δανείων και χαμηλής κερδοφορίας.
Πολλά μέτρα ελήφθησαν κατά τη διάρκεια των προγραμμάτων χρηματοοικονομικής βοήθειας για την αντιμετώπιση πολλών από τις διαρθρωτικών αδυναμιών της ελληνικής οικονομίας, επισημαίνεται ακόμη. «Οι ελληνικές αρχές δεσμεύτηκαν να εξασφαλίσουν τη συνέχεια και την ολοκλήρωση των μεταρρυθμίσεων, οι οποίες παρακολουθούνται στο πλαίσιο της ενισχυμένης επιτήρησης».