Αυτή την εβδομάδα, η ζωή του χορευτή Κάρλος Ακόστα, του «μαύρου θεού» όπως το έχουν αποκαλέσει, μεταφέρεται στη μεγάλη οθόνη και ο Καναδός Ντενίς Αρκάν μιλάει για την «Πτώση της Αμερικανικής αυτοκρατορίας».
Yuli Ο Χορός της Ζωής μου
(Yuli)
Σκηνοθεσία: Ιθιάρ Μπολάιν
Παίζουν: Κάρλος Ακόστα, Σαντιάγκο Αλφόνσο
Περίληψη: Από τους δρόμους της Αβάνας, στο Βασιλικό Μπαλέτο του Λονδίνου, ο κορυφαίος χορευτής της γενιάς του Κάρλος Ακόστα , που απολαύσαμε πρόσφατα και στην Αθήνα, έπρεπε να ξεπεράσει τεράστιες δυσκολίες και να σπάσει φοβερά ταμπού, για να γίνει ο θρύλος που είναι σήμερα.
Εμπνευσμένη από τη ζωή του σπουδαίου Κουβανού χορευτή Κάρλος Ακόστα και βασισμένη στην αυτοβιογραφία του «No way home – a Cuban dancer’s story» , η Ιθίαρ Μπολάιν ( «Η Ελιά», «Ακόμα κι η βροχή») ξετυλίγει χρονικό μιας συγκλονιστικής ζωής.
«Yuli» είναι το παρατσούκλι που δόθηκε στον Κάρλος Ακόστα από τον πατέρα του, Πέντρο, που αν και ένας απλός άνθρωπος της εργατικής τάξης κατάλαβε από νωρίς το ταλέντο του γιου του και τον πίεσε να εγγραφεί στην Εθνική Σχολή Χορού της Κούβας. Ο μικρός Κάρλος όμως ήθελε να παίζει ποδόσφαιρο με τα παιδιά στη γειτονιά και δεν είχε σε καμία εκτίμηση τον χορό. Μέχρι τη μέρα που είδε κάποιον να χορεύει. Έκτοτε μαγεύτηκε και αφοσιώθηκε στην τέχνη του, κατακτώντας τις μεγαλύτερες σκηνές του κόσμου. Ήταν μόνιμο μέλος του Βασιλικού Μπαλέτου της Αγγλίας από το 1998 έως το 2015 και μάλιστα έγινε ο πρώτος έγχρωμος που ενσάρκωσε τον Ρωμαίο.
Η κουλτούρα και η ιστορία της πατρίδας του, όπως και η οικογένειά του, υπήρξαν σημαντικές επιρροές κατά τη διάρκεια της καριέρας του. Γι’ αυτό και επέτρεψε στην Κούβα όπου ίδρυσε τη δική του εταιρία χορού, την «Acosta Danza» αλλά και το «Carlos Acosta international Dance foundation» για να δώσει σε νέους χορευτές και χορογράφους τις δυνατότητες από τις οποίες επωφελήθηκε ο ίδιος, παρέχοντας μια εκπαιδευτική πλατφόρμα.
Η Ιθιάρ Μπολάιν ,έχοντας στα χέρια της το σενάριο (βραβείο Φεστιβάλ του Σαν Σεμπαστιάν) του Πολ Λάβερτι (γνωστό από τις συνεργασίες του με τον Κεν Λόουτς και συντρόφου της ) κινείται σε δυο χρόνους: το παρελθόν, για να μας αφηγηθεί κυρίως την παιδική ηλικία του Κάρλος και την ιδιαίτερη σχέση με τον πατέρα του, αλλά και τα πρώτα του βήματα στον χορό, και στο παρόν όπου ο διακεκριμένος πλέον Ακόστα ετοιμάζει στην Αβάνα μια παράσταση για τη ζωή του.
Εστιάζοντας κυρίως στην αγάπη του για τις ρίζες του και την πατρίδα του, η Μπολάιν χτίζει τη διαδρομή ενός σύγχρονου Οδυσσέα, που αφού περιπλανήθηκε σε όλο τον κόσμο και κατέκτησε την κορυφή, έκανε τελικά αυτό που πάντα ήθελε: επέστρεψε σπίτι. Αποτυπώνοντας ποιητικά τα κομμάτια του παρελθόντος- εκεί τον Ακόστα ερμηνεύει μοναδικά ο Έντισον Μανουέλ Ολβέρα, ενώ τον πάτερα του ο υπέροχος Σαντιάγο Αλφόνσο – η Μπολάιν παίζει ανάμεσα στο πραγματικό και το μυθιστορηματικό, ενώ στο παρόν κινηματογραφεί κατά βάση τις χορογραφίες του μεγάλου χορευτή- εδώ βλέπουμε πλέον τον ίδιο τον Ακόστα επί το έργο. Η αλήθεια είναι πως η δύναμη και η ενέργεια των χορογραφιών πηγαίνουν πέρα από τα γεγονότα, μεταφέρουν ουσιαστικά την αλήθεια του Ακόστα και αποτελούν μια σπάνια καταγραφή όχι μόνο της προσωπικής του ιστορίας, αλλά και της χώρας του. Έτσι το κομμάτι των παιδικών χρόνων που κινείται σε έναν πιο ρεαλιστικό δρόμο, μοιάζει πιο αδύναμο μπροστά στην τέχνη του κεντρικού ήρωα.
Παρόλα αυτά αυτή η ιδιαίτερη και στα σημεία ντοκιμαντερίστικη σύνθεση, ξεπερνάει τα πλαίσια ενός τυπικού success story και δημιουργεί ένα ενδιαφέρον περιβάλλον, όπου η αλήθεια και το ψέμα μπλέκονται αριστοτεχνικά, χωρίς πια να αφορά κανέναν τίποτα άλλο πέρα από την ψυχή αυτού του σημαντικού καλλιτέχνη.
Η Πτώση της Αμερικανικής Αυτοκρατορίας
(La Chute de l’ Empire Americain /The Fall of the American Empire)
Σκηνοθεσία: Ντενίς Αρκάν
Παίζουν: Μαξίμ Ρόι, Μαριπέ Μοράν, Ερίκ Μπρουνό
Περίληψη: Ο τριανταεξάχρονος Πιέρ-Πολ Νταούστ, ένας διανοούμενος με διδακτορικό στη φιλοσοφία, αναγκάζεται να εργαστεί ως κούριερ για να τα βγάλει πέρα. Μία μέρα, εν ώρα εργασίας, γίνεται αυτόπτης μάρτυρας μίας ένοπλης ληστείας που πάει στραβά: δύο νεκροί και τσάντες γεμάτες εκατομμύρια πεταμένες κάτω. O Πιέρ-Πολ έρχεται αντιμέτωπος με το δίλημμα του να φύγει με άδεια χέρια ή να πάρει τα λεφτά και να φύγει.
Ο βραβευμένος με Όσκαρ Καλύτερης Ξενόγλωσσης Ταινίας Ντενίς Αρκάν («Η Επέλαση των Βαρβάρων») επιστρέφει με μια μπερδεμένη σάτιρα για την κυριαρχία του χρήματος.
Ο Πιέρ Πολ είναι ένας νεαρός διανοούμενος, με διδακτορικό στη φιλοσοφία και την ιδέα ότι ο κόσμος μπορεί να γίνει καλύτερος, που εργάζεται λόγω συνθηκών ως κούριερ. Μια μέρα όμως θα γίνει αυτόπτης μάρτυρας μιας ληστείας και θα έρθουν στα χέρια του τσάντες με πολλά εκατομμύρια. Το ηθικό του δίλημμα σχετικά με το αν πάρει ή όχι τα λεφτά γρήγορα κάμπτεται, και έτσι ο Πιέρ Πολ θα βρεθεί μπλεγμένος σε μια περιπέτεια που θα του αλλάξει τη ζωή. Στον δρόμο του θα συναντήσει μια παράξενη πόρνη με αρχαιοελληνικό όνομα, την Ασπασία, κι έναν περίεργο τύπο, πρώην κατάδικο για οικονομικές απάτες, που θα προσπαθήσει να τον σώσει από την αστυνομία , αλλά και τη μαφία που βρίσκονται στο κατόπι του.
Ο Αρκάν θεωρεί και μάλλον έχει δίκιο πως η αμερικανική αυτοκρατορία έχει επιβάλλει παγκοσμίως το κέρδος και τον πλούτο ως υπέρτατη αξία, εξού και ο τίτλος της νέας του ταινίας , που παλεύει να ισορροπήσει και να βρει την ταυτότητά της ανάμεσα στην κωμωδία, την περιπέτεια και το πολιτικό σχόλιο. Κι ενώ ο Καναδός σκηνοθέτης έχει την ευαίσθητη ματιά ενός ανθρωπιστή που ζει στον σύγχρονο κόσμο, αλλά και πολιτική συνείδηση, πράγμα που είναι εμφανές και στην « Πτώση της αμερικανικής αυτοκρατορίας, αυτή τη φορά δεν έχει καταφέρει να επιλύσει μια σειρά από θέματα που θα του επέτρεπαν να εκφράσει τις απόψεις του. Καταρχάς η ίδια του η ιστορία έχει κενά, κυρίως όσο αφορά στην αστυνομική της πλοκή, κατά δεύτερον οι χαρακτήρες που περιβάλλουν τον Πιέρ Πολ μπορεί μεν να κουβαλούν τις προσωπικές εμμονές του σκηνοθέτη, όπως η Ασπασία που μιλάει με πλατωνικούς διαλόγους, πλην όμως στερούνται αληθοφάνειας, το βιαστικό φινάλε μοιάζει να προσπαθεί να συμβιβάσει τα ασυμβίβαστα, ενώ το καλόγουστο χιούμορ του αυτή τη φορά δεν τον γλιτώνει από τον διδακτισμό.
Όταν λείπει η μαμά
(10 Giorni Senza Mamma/ When Mom is away)
Σκηνοθεσία: Αλεσάντρο Τζενοβέζι
Παίζουν: Φάμπιο Ντε Λουίτζι, Βαλεντίνα Λοντοβίνι
Περίληψη: Ο Κάρλο και η Τζούλια είναι παντρεμένοι με τρία παιδιά. Ο Κάρλο όμως είναι εντελώς απορροφημένος από τη δουλειά του και έτσι λείπει συνεχώς από το σπίτι, ενώ η Τζούλια έχει εγκαταλείψει τη δουλειά της για να αφοσιωθεί στην οικογένειά της. Όταν κουρασμένη από την καθημερινότητα, αποφασίζει να κάνει δώρο στον εαυτό της δέκα μέρες διακοπές, ο Κάρλο θα πρέπει να αναλάβει το ρόλο της και αυτό δεν είναι εύκολο.
Οικογενειακή feelgood comedy που έχουμε ξαναδεί στην αργεντίνικη εκδοχή της με τον τίτλο « Δέκα μέρες χωρίς τη μαμά » από τον Άριελ Γουίνογκραντ.
Η Τζούλια μητέρα τριών παιδιών και σύζυγος του Κάρλο, που συνεχώς παραπονιέται ότι είναι κουρασμένος, αποφασίζει να φύγει διακοπές στη Κούβα με την αδερφή της, αφήνοντας πίσω τον αχάριστο να τα βγάλει πέρα μόνος του με ένα μωρό, μια έφηβη και ένα ζωηρό αγόρι. Ο Κάρλο όμως τις ίδιες μέρες που πρέπει να φροντίζει τα παιδιά του, για τα οποία σύντομα θα διαπιστώσει ότι δεν ξέρει και πολλά πράγματα, πρέπει να φέρει εις πέρας σοβαρές επαγγελματικές υποθέσεις.
Ο Τζενοβέζι αντιγράφει πιστά την πρωτότυπη ταινία, που κυρίως στηρίζει το κωμικό της στοιχείο σε υπερβολικές καταστάσεις, στερεοτυπικούς χαρακτήρες και τετριμμένα γκανγκ, χωρίς καμία διάθεση ανανέωσης, πέρα από το γεγονός ότι κινηματογραφεί με την κάμερα στο χέρι, δίνοντας μια αίσθηση παιδικής αφέλειας στη σκηνοθεσία του.
Ο Φάμπιο ντε Λουίτζι πάντως είναι χαριτωμένος και φέρνει μια καλοκάγαθη άγνοια στον ρόλο του πατέρα σε αυτή την απολύτως κλισέ καλοκαιρινή συνταγή ευκολοχώνευτης διασκέδασης, με απλουστευτικές ιδέες περί ισότητας των δυο φύλων.
Δεσμοί Αίματος
(La Misma sangre/Common Blood)
Σκηνοθεσία: Μιγκέλ Κόαν
Παίζουν: Όσκαρ Μαρτίνεζ, Ντολόρες Φόνζι, Παουλίνα Γκαρσία, Λουίς Νιέκο
Περίληψη: Μετά από τον θάνατο της συζύγου του Ελίας, η κάποτε στενά δεμένη οικογένεια δοκιμάζεται. Ένας ασφυκτικός ιστός υφαίνεται, όλα μοιάζουν ύποπτα και η αμφιβολία κυριαρχεί.
Μυστικά και ανατροπές σε ένα ατμοσφαιρικό ψυχολογικό θρίλερ, που έγινε μεγάλη επιτυχία στην Αργεντινή. H Κάρλα και ο Σαντιάγκο έχουν δημιουργήσει μια φαινομενικά δεμένη οικογένεια, αλλά η σχέση τους θα δοκιμαστεί μετά από τον θάνατο της μητέρας της Κάρλα , της Αντριάνα, σε ένα εργατικό ατύχημα, για το οποίο ο Σαντιάγκο υποπτεύεται ότι υπεύθυνος είναι ο πεθερός του Ελίας.
Ο Μιγκέλ Κοάν ακολουθεί μια πολυπρόσωπη αφήγηση, συνηθισμένη αρκετά στη λατινοαμερικανική λογοτεχνία, που πάντα παίζει με την πολυπρισματικότητα της αλήθειας και της πραγματικότητας. Καταρχάς λοιπόν ξεκινάει από την οπτική του Σαντιάγκο, που υποπτεύεται τον πεθερό του και σταδιακά χτίζει το σασπένς , δημιουργώντας μια κλειστοφοβική ατμόσφαιρα. Τα αναπάντητα ερωτήματα του θεατή σχετικά με τι ακριβώς συνέβη στην Αντριάνα απαντώνται πολύ γρήγορα, όταν η οπτική μεταφέρεται στον Ελίας, οπότε το δραματουργικό βάρος, ελλείψει υπόπτου πλέον, πέφτει στη σχέση του Σαντιάγκο με την Κάρλα, τα προβλήματα που αντιμετωπίζουν και την οικονομική κρίση. Στο τρίτο μέρος τώρα, όπου η αφήγηση ακολουθεί τη ματιά της Κάρλα, η ταινία χάνει το στοιχείο του μυστηρίου και εξελίσσεται σε ένα καλοδομημένο πλην όμως αναμενόμενο οικογενειακό δράμα, το οποίο στηρίζουν οι δυναμικές ερμηνείες των πρωταγωνιστών.
Σίγουρα οι πολλές ιστορίες κινηματογραφικά είναι δύσκολο να λειτουργήσουν, πράγμα που συμβαίνει κι εδώ, το βασικότερο πρόβλημα όμως του Κοάν είναι ότι η λογοτεχνική φόρμα που δανείζεται, αν και ενδιαφέρουσα, δεν υποστηρίζεται επαρκώς από μια πιο οικουμενική ιδέα ,ενώ ο κύκλος αίματος των αρχαιοελληνικών τραγωδιών που φαίνεται να τον έχει εμπνεύσει αποδυναμώνεται μέσα από επαναλήψεις και αλληγορικές διαστάσεις.
Σχέδιο Απόδρασης: Προσωπική Υπόθεση
(Escape Plan: The Extractors)
Σκηνοθεσία:Τζον Χέρτζφελντ
Παίζουν: Σιλβέστερ Σταλόνε, Μαξ Ζανγκ, Ντέιβ Μπαουτίστα
Περίληψη: Ο Ρέι Μπρέσλιν και η παρέα του προσπαθούν να διαρρήξουν μια σκοτεινή φυλακή, που δημιουργήθηκε από τον πιο επικίνδυνο εχθρό τους.
Ο Σιλβέστερ Σταλόνε, ειδικός στα franchise, ξαναμπαίνει στη δράση του τρίτου μέρους της σειράς «Escape Plan».
Aυτή τη φορά, ο Ρέι Μπρέσλιν και η ομάδα του, θέλοντας να εκδικηθούν τον δημιουργό της φυλακής υψηλής τεχνολογίας από την οποία μόλις απέδρασαν, διασταυρώνονται με τον Σεν, έναν ακόμα περιβόητο δραπέτη , που αναζητά την απαχθείσα κόρη ενός Κινέζου δισεκατομμυριούχου. Η δίψα τους για εκδίκηση και η νέα τους αποστολή θα συγκρουστούν όταν διαρρήξουν το Devil’s Station, μια αδιαπέραστη γοτθική φυλακή, όπου το κορίτσι κρατείται όμηρος.
Σε ένα σκοτεινό κτίριο του 19ου αιώνα κάπου στην Λετόνια κι όχι σε μια hi tech φυλακή, εκτυλίσσεται η δράση, αλλά πέραν τούτου μην περιμένετε καμία άλλη ανατροπή. Ο Σλάι δέρνει ανελέητα τους Κινέζους συμπρωταγωνιστές του- προφανώς θέλει να απευθυνθεί και στην ασιατική αγορά- που επιστρατεύουν τις πολεμικές τέχνες για να ενισχύσουν τις χορογραφίες και ο Τζον Χέρτζφελντ ( «Ένα Λεπτό Προθεσμία» και «15 Λεπτά») ματαίως προσπαθεί να αποφύγει την αισθητική της βιντεοκασέτας.