Γράφει ο Χρήστος Θεοδωρόπουλος
Μια από τις σοβαρότερες επιπτώσεις της σοβούσας -εδώ και 6 χρόνια- κρίσης στη χώρα μας είναι, χωρίς την παραμικρή αμφιβολία, η μαζική εκροή καλού ανθρώπινου δυναμικού στο εξωτερικό, προς αναζήτηση καλύτερων εργασιακών (και όχι μόνο) συνθηκών. Η μαζική αυτή έξοδος από τη χώρα καλά εκπαιδευμένου και με πολλά προσόντα ανθρώπινου κεφαλαίου, εξαιτίας της πρωτοφανούς έντασης και διάρκειας οικονομικής κρίσης, έχει επικρατήσει με τον όρο «brain drain». Και παρά την αυτονόητη σοβαρότητα αλλά και την ανησυχητική έκταση του φαινομένου, μέχρι τώρα δεν έχει απασχολήσει, παρά μόνο αποσπασματικά, τον δημόσιο διάλογο, ο οποίος εξαντλείται (και, εν μέρει, δικαιολογημένα) στον αντίκτυπο της κρίσης σε όσους παραμένουν (συχνά ελλείψει αξιόπιστης εναλλακτικής) στη χώρα.
Είναι, ίσως για αυτόν τον λόγο, που με εξέπληξε θετικά η πρόσκληση, προ ολίγων ημερών, ενός εκ των εμπνευστών, του Κωνσταντίνου Κυρανάκη, σε μία εκδήλωση με θέμα την εξεύρεση κινήτρων για Έλληνες, κατοίκους και εργαζόμενους στο εξωτερικό στα χρόνια της κρίσης, προκειμένου να γυρίσουν στην Ελλάδα και να δομήσουν εδώ το εργασιακό και οικογενειακό μέλλον τους. Η εκδήλωση αυτή, η οποία πραγματοποιήθηκε στις 22/6 στον πολυχώρο «The Hub», ήταν απότοκο μίας πρωτοβουλίας (υπό τον ευφάνταστο τίτλο «Brain Gain», όπως αποφάσισαν να ονοματοδοτήσουν το σχετικό πόνημα) νέων Ελλήνων, με καλές περγαμηνές και πολυετείς σπουδές, οι οποίοι ζουν και εργάζονται στο εξωτερικό κάτω από ιδιαίτερα καλές συνθήκες. Τί ήταν, λοιπόν, αυτό που τους ώθησε να αφήσουν την εργασιακή ασφάλεια του Λονδίνου, των Βρυξελλών και της Νέας Υόρκης και να ασχοληθούν με την δημιουργία των προυποθέσεων εκείνων, εκπληρουμένων των οποίων θα επανεγκαθίσταντο στη χώρα τους? Η απορία μου λύθηκε κατά τη διάρκεια της εκδήλωσης. Ο νόστος και η επιθυμία των ανθρώπων αυτών να δημιουργήσουν στη χώρα τους, κοντά στα αγαπημένα τους πρόσωπα.
Ομολογώ ότι η παρουσία νέων ανθρώπων -με ιδιαίτερα ποιοτικά χαρακτηριστικά, με φιλοδοξίες και όραμα για καριέρα αλλά και με ένα μεγάλο παράπονο που οι στόχοι τους μπορούν να πραγματωθούν μόνο μακριά από την Ελλάδα των σημερινών συνθηκών- σε μια εκδήλωση με στόχο την ανάδειξη των προβλημάτων και την εξεύρεση των λύσεών τους, οι οποίες θα αποτελούσαν τις απαραίτητες προυποθέσεις για να δημιουργήσουν εντός των τειχών, μου γέννησε ανάμεικτα συναισθήματα. Ενθουσιασμό και αισιοδοξία ότι κάτι καλό συμβαίνει, σε πείσμα των καιρών και των αντιξοοτήτων αλλά και μια ανείπωτη μελαγχολία γιατί συμφοιτητές, φίλοι αλλά και εντελώς άγνωστοι σε εμένα άνθρωποι της γενιάς μου αποφάσισαν -απολύτως συνειδητά- να φύγουν στο εξωτερικό, πέτυχαν και αναγκάζονται να παραμένουν μακριά γιατί τίποτα στην Ελλάδα της κρίσης δεν τους κάνει το παραμικρό νεύμα για να γυρίσουν. Την ίδια, δηλαδή, γλυκόπικρη γεύση που σου αφήνει η ίδια η Ελλάδα της οικονομικής κρίσης, της μιζέριας, των χρόνιων παθογενειών αλλά και της απερίγραπτης ομορφιάς και των οικείων προσώπων. Μου γέννησε, συνάμα και μία προσδοκία, η οποία θα έπρεπε να έχει από καιρό εκπληρωθεί στη χώρα: να βρει –επιτέλους- χώρο στο δημόσιο διάλογο το ζήτημα της μαζικής εκροής καλού ανθρώπινου δυναμικού στο εξωτερικό. Να αναγκαστούν οι πολιτικές δυνάμεις της χώρας να αναλύσουν σε βάθος τις χρονίζουσες ανεπάρκειες του συστήματος, οι οποίες δεν καταλείπουν στους νέους της χώρας καμία άλλη διέξοδο από εκείνη της φυγής. Κυρίως, όμως, να ενσκύψουν οι κρατούντες, με υπευθυνότητα και με το minimum της απαραίτητης συναίνεσης, στο πρόβλημα, προκειμένου να ανεύρουν λύσεις και να δώσουν κίνητρα σε ανθρώπους που μοχθήσαν για να έχουν το αυτονόητο: τη δυνατότητα της επιλογής για την ίδια τους τη ζωή. Αυτό, λοιπόν, είναι πιστεύω το μεγαλύτερο όφελος από την εν λόγω κίνηση νέων και άξιων πολιτών. Να καταστεί το «Brain Gain» η στεντόρεια φωνή που θα αναδείξει το αληθινό εύρος του ζητήματος αλλά και το όχημα, μέσω του οποίου θα εντοπιστούν οι αιτίες του φαινομένου και –κυρίως- θα μεταφερθούν στο εσωτερικό «βέλτιστες πρακτικές», που επικρατούν σε προηγμένες κοινωνίες, πολλές εκ των οποίων –μάλιστα- δεν συνεπάγονται το παραμικρό δημοσιονομικό κόστος. Να αναγκάσει –στο μέτρο και τον βαθμό που μπορεί- το πολιτικό σύστημα να αφουγκραστεί την ανάγκη των νέων να γίνει –επιτέλους- η Ελλάδα μία «κανονική χώρα», στην οποία νησίδες αριστείας, όπως είναι η συγκεκριμένη κίνηση, δεν θα αποτελούν είδηση.
(Ο Χρήστος Ι. Θεοδωρόπουλος είναι Δικηγόρος, ΜΔΕ, LL.M., Εκπρόσωπος Τύπου της Ένωσης Ασκουμένων και Νέων Δικηγόρων Αθηνών και Αν. Γραμματέας Παραγωγικών Τομέων Ν.Δ.)