Το ηλεκτρονικό τσιγάρο, παρόλο που είναι πιο ασφαλές από το κανονικό τσιγάρο, ενέχει τους δικούς του κινδύνους και μπορεί να αποδειχθεί πιο επιβλαβές σε βάθος χρόνου από όσο θεωρείται έως τώρα, σύμφωνα με μια νέα επιστημονική έρευνα. Οι βρετανοί επιστήμονες εξέφρασαν «μεγάλες επιφυλάξεις για την ευρέως διαδεδομένη άποψη ότι τα ηλεκτρονικά τσιγάρα είναι ασφαλή».
Ο εισπνεόμενος ατμός του ηλεκτρονικού τσιγάρου, σύμφωνα με τη νέα μελέτη, καταστρέφει κύτταρα του ανοσοποιητικού συστήματος, δυσκολεύοντας με τον τρόπο αυτό τους πνεύμονες να απαλλαγούν από δυνητικά επικίνδυνους μικροοργανισμούς και από τις λοιμώξεις. Έτσι, μπορεί να πυροδοτήσει αργότερα στη ζωή παθήσεις όπως η Χρόνια Αποφρακτική Πνευμονοπάθεια (ΧΑΠ).
Προηγούμενες μελέτες έχουν εστιάσει κυρίως στις χημικές ουσίες που περιέχει το υγρό του ηλεκτρονικού τσιγάρου προτού γίνει ατμός, αλλά η νέα μελέτη εστιάζει στον ίδιο τον ατμό. Οι ερευνητές του Πανεπιστημίου του Μπέρμιγχαμ, με επικεφαλής τον καθηγητή πνευμονολογίας Ντέηβιντ Θίκετ, που έκαναν τη σχετική δημοσίευση στο πνευμονολογικό περιοδικό “Thorax” (Θώραξ), σύμφωνα με το BBC και το πρακτορείο Ρόιτερς, βρήκαν ένα τρόπο να μιμούνται στο εργαστήριο τις επιπτώσεις της άτμισης πάνω σε κύτταρα πνευμόνων που είχαν λάβει από οκτώ μη καπνιστές.
Διαπίστωσαν ότι ο ατμός του ηλεκτρονικού τσιγάρου ευνοεί την πρόκληση φλεγμονής και παράλληλα καταστέλλει τη δράση των μακροφάγων κυττάρων του ανοσοποιητικού συστήματος, τα οποία παίζουν ζωτικό ρόλο για το καθάρισμα του οργανισμού από βακτήρια, σωματίδια σκόνης, αλλεργιογόνες ουσίες κ.α.
Οι ερευνητές ανέφεραν ότι ορισμένες επιπτώσεις του ατμού πάνω στον πνευμονικό ιστό μοιάζουν παρόμοιες με εκείνες που παρατηρούνται στους πνεύμονες τακτικών καπνιστών και όσων έχουν χρόνιες παθήσεις όπως η ΧΑΠ. Επειδή όμως η νέα μελέτη έγινε σε εργαστηριακές και όχι σε κλινικές συνθήκες, οι βρετανοί επιστήμονες επεσήμαναν την ανάγκη να γίνουν περισσότερες έρευνες πάνω στις μακροπρόθεσμες επιπτώσεις της άτμισης.
Ο δρ Θίκετ δήλωσε ότι παρόλο που το ηλεκτρονικό τσιγάρο είναι ασφαλέστερο από το παραδοσιακό, μπορεί να είναι επιβλαβές σε βάθος χρόνου, καθώς η σχετική έρευνα για τις μακροπρόθεσμες επιπτώσεις του βρίσκεται ακόμη στα σπάργανα.
Πηγή: ΑΠΕ