Γράφει ο Χρήστος Ζαμπούνης
Αναζητώ μια πιο chic λέξη από το ξεφόρτωμα και τη μόνη που βρίσκω στα λεξικά είναι η απαλλαγή. Όπως διαβάζω στο χρηστικό λεξικό της Νεοελληνικής Γλώσσας της Ακαδημίας Αθηνών, η απαλλαγή συνδέεται αξιωματικώς με κάτι ανεπιθύμητο ή άχρηστο.
Επί του προκειμένου τώρα. Ένα από τα θέματα, ίσως το πιο καυτό, που θα συζητήσουν οι θεσμοί στη χθεσινή επίσκεψή τους στην Αθήνα, είναι αυτό των κόκκινων δανείων. Σύμφωνα με τα επίσημα στοιχεία, τούτα ανέρχονται στο ιλιγγιώδες ποσό των 72,8 δισεκατομμυρίων ευρώ, εκ των οποίων μόνο τα στεγαστικά ξεπερνούν τα 20 δις ευρώ.
Μία από τις λύσεις στις οποίες έχουν καταφύγει οι τράπεζες για να απαλλαγούν από τα εν λόγω δάνεια, είναι οι πλειστηριασμοί. Έτερη λύση είναι η πώλησή τους, για ένα κομμάτι ψωμί, σε ξένα distress funds. Η λογική της πρώτης λύσεως είναι ευκρινής. Να φοβηθούν οι απρόθυμοι ή οι καθ’ έξιν κακοπληρωτές. Η λογική της δεύτερης λύσεως παραμένει αδιευκρίνιστη. Γιατί πωλούνται τα δάνεια μιας ελληνικής επιχειρήσεως σε εξευτελιστική τιμή π.χ., στο 20% της αξίας τους, χωρίς να υπάρχει η δυνατότητα στον δανειολήπτη να προσφέρει υψηλότερο τίμημα εξαγοράς του δανείου του; Ποιος νους προέκρινε αυτήν τη διαδικασία η οποία μαθηματικώς θα οδηγήσει στην αφελληνοποίηση χιλιάδων επιχειρήσεων, εάν όχι στη διακοπή της λειτουργίας τους; Παράγοντες της αγοράς επιμένουν ότι δεν πρόκειται για εντολή της τρόικα, αλλά για εγχώρια επιλογή. Με ποια κριτήρια οι οικονομικοί εγκέφαλοι της κυβερνήσεως προέκριναν τα ξένα funds; Έχουν υπ’ όψιν τους ότι η ενδεχόμενη εξαγορά των κόκκινων τραπεζικών χαρτοφυλακίων από τους Έλληνες δανειολήπτες, θα είχε ως αποτέλεσμα την πασιφανή βελτίωση των εσόδων των τραπεζών, πέρα από τη διατήρηση χιλιάδων θέσεων εργασίας και την ενίσχυση, λόγω καλύτερου τιμήματος, των δημοσίων ταμείων από φόρους και των ασφαλιστικών ταμείων από τις εισφορές;
Γιατί δεν ακολουθήθηκε το μοντέλο της Κύπρου, όπου δίνεται η δυνατότης στους δανειολήπτες ή τους εγγυητές των δανείων, να υποβάλλουν οι ίδιοι, πριν από την απόφαση πωλήσεως δανείων, πρόταση εξαγοράς προς τις τράπεζες εντός 45 ημερών, αλλά και στις τράπεζες να το προτείνουν; Γιατί η ελληνική κυβέρνηση δεν προχωρά σε ένα άλλο μέτρο που ψήφισε το Κυπριακό υπουργικό συμβούλιο, ήτοι της επιδοτήσεως των τόκων των ενυπόθηκων στεγαστικών δανείων από τον Κυπριακό Οργανισμό Αναπτύξεως Γης, σε μέγιστο ποσοστό ως 4% και για διάρκεια 3-4 ετών σε επιχειρηματίες με ετήσιο κύκλο εργασιών έως 250.000 ευρώ και ως 4 άτομα προσωπικό;
Τα ερωτήματα, φευ, παραμένουν αναπάντητα.