Εβδομήντα χρόνια αφότου πρωτοκυκλοφόρησε, το «1984», το δυστοπικό μυθιστόρημα του Βρετανού Τζορτζ Όργουελ εξακολουθεί να γοητεύει τους αναγνώστες, ιδιαίτερα τους πιο νεαρούς, που είναι ξετρελαμένοι με τις δυστοπίες και τους ιστοτόπους κοινωνικής δικτύωσης.
«Κάποιοι μαθητές εξακολουθούν να σοκάρονται από το βιβλίο (…), άλλοι το βρίσκουν γοητευτικό», λέει ο Μάικλ Κάλαναν, καθηγητής αγγλικών στο κολέγιο Πάρμιτερ του Γουότφορντ, βορειοδυτικά του Λονδίνου.
«Αυτό είναι το παράδοξο αυτού του βιβλίου: αν και είναι 70 χρονών, διατηρεί τη φρεσκάδα του», προσθέτει ο εκπαιδευτικός ο οποίος συμμετέχει στη διοργάνωση του βραβείου Όργουελ για τους νέους, που έχει σκοπό να ενθαρρύνει τους νέους να εκφράζουν τις πολιτικές τους απόψεις.
Γραμμένο το 1948 –εξ ου και ο τίτλος του, μια αναστροφή των δύο αριθμών της χρονολογίας–, το «1984», που κυκλοφόρησε στις 8 Ιουνίου 1949, περιγράφει ένα μέλλον όπου το Κόμμα κυριαρχεί σε μια χώρα με απολυταρχικό καθεστώς υπό το εξεταστικό βλέμμα του «Μεγάλου Αδελφού».
Το παρελθόν έχει ξαναγραφτεί και μια νέα γλώσσα εμποδίζει κάθε κριτική σκέψη.
Για την Τζιν Σίτον, καθηγήτρια Ιστορίας των ΜΜΕ στο Πανεπιστήμιο του Ουεστμίνστερ και διευθύντρια του ιδρύματος Τζορτζ Όργουελ, που διαφυλάσσει τη μνήμη και τα έργα του συγγραφέα, ο οποίος πέθανε το 1950 σε ηλικία 46 ετών, το αριστούργημά του είναι «απίστευτα προφητικό».
Μέσα σε επτά δεκαετίες, το βιβλίο στην πραγματικότητα δεν χάθηκε ποτέ από το προσκήνιο — έχει μάλιστα καταγράψει πολύ υψηλές πωλήσεις.
Το 2017, η χρησιμοποίηση από μια σύμβουλο του Ντόναλντ Τραμπ της έκφρασης «εναλλακτικά γεγονότα», ενός όρου που χρησιμοποιείται στο «1984», του έδωσε τεράστια δημοσιότητα, οδηγώντας σε νέες επανεκδόσεις του έργου, που είχε ήδη πουλήσει 30 εκατομμύρια αντίτυπα στις Ηνωμένες Πολιτείες αφότου κυκλοφόρησε.
Στο Ηνωμένο Βασίλειο, το βιβλίο κατέγραψε πρόσφατα δύο ρεκόρ πωλήσεων: το 2013, μετά τις αποκαλύψεις του Έντουαρντ Σνόουντεν για την επιτήρηση που ασκεί το κράτος και το 2017 μετά την εκλογή του Ντόναλντ Τραμπ στην προεδρία των Ηνωμένων Πολιτειών. Εκείνη τη χρονιά, οι πωλήσεις αυξήθηκαν κατά 165% σε σχέση με το προηγούμενο έτος, επισημαίνει ο εκδοτικός οίκος Penguin στο AFP.
Για τον Μάικλ Κάλαναν, που διδάσκει εδώ και 30 χρόνια, «τα δύο τελευταία χρόνια, με την άνοδο του Τραμπ, υπάρχει ένας διόλου ευκαταφρόνητος αριθμός φοιτητών που ανησυχούν πολύ για την κατεύθυνση που παίρνει ο κόσμος».
Η Τζιν Σίτον υπογραμμίζει από την πλευρά της πως το βιβλίο σημάδεψε το πνεύμα «ακόμη και εκείνων που δεν το έχουν διαβάσει», τόσο πολύ έχει επηρεάσει τη λαϊκή κουλτούρα, από τον κινηματογράφο και τη μουσική μέχρι τα βιντεοπαιγνίδια.
Οι όροι «Μεγάλος Αδελφός», «Νέα Γλώσσα» εισήλθαν στην καθομιλουμένη τόσο πολύ που μια νέα μετάφραση του «1984», η οποία κυκλοφόρησε πέρυσι από τον γαλλικό εκδοτικό οίκο Gallimard και αντικαθιστά ορισμένους όρους και εκφράσεις –με τη “novialangue” να γίνεται”neoparler”– προκάλεσε σε ορισμένους το σήκωμα των φρυδιών.
Όταν ανοίγουν για πρώτη φορά το βιβλίο, οι μαθητές του Κάλαναν «αναγνωρίζουν αμέσως ορισμένα πράγματα όπως τη ‘διπλή σκέψη’ ή την ‘αστυνομία της σκέψης’, διατυπώσεις του Όργουελ που βρίσκονται στο πνεύμα της εποχής και που τα νεαρά παιδιά έχουν ακούσει», εξηγεί ο εκπαιδευτικός.
Το βιβλίο γοητεύει ακόμη παραπάνω γιατί εντάσσεται σε ένα ευρύτερο ενδιαφέρον του κοινού για τις δυστοπίες, αυτά τα μυθιστορήματα που περιγράφουν ένα εφιαλτικό μέλλον, όπως οι επιτυχημένες σειρές “The Handmaid’s Tale” ή το “Black mirror”, οι ταινίες “Hunger Games” και τα μυθιστορήματα «Η Τριλογία της απόκλισης» και «U4».
Ο Κάλαναν συνηθίζει να λέει στους μαθητές του πως ο Τζορτζ Όργουέλ είναι ο «παππούς» αυτών των πιο πρόσφατων έργων.
Το «1984» παραμένει ένα κλασικό έργο που «διαβάζουν οι άνθρωποι όταν είναι νέοι και στη συνέχεια το ξαναδιαβάζουν όταν μεγαλώνουν, φθάνοντας σε μια διαφορετική κατανόηση των πραγμάτων», παρατηρεί η Τζιν Σίτον.
«Οι άνθρωποι το διαβάζουν αναζητώντας ενδείξεις για εκείνα που πρέπει να θορυβήσουν σήμερα.»
Πηγή: ΑΠΕ-ΜΠΕ