Αυτοκριτική ΔΝΤ για τα λάθη του στο ελληνικό πρόγραμμα

1300

Τα λάθη και τις παραλείψεις του πρώτου προγράμματος βοήθειας προς την Ελλάδα, την Ιρλανδία και την Πορτογαλία παρουσιάζει το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο.

Η έκθεση, που αφορά στο πρόγραμμα για τα έτη 2010-2013,είναι ιδιαίτερα επικριτική στο ότι δεν έγινε αναδιάρθρωση στις αρχές του προγράμματος και έτσι το Εκτελεστικό Συμβούλιο του ΔΝΤ δεν θα μπορέσει να συμμετάσχει σε ένα πρόγραμμα με μια «χλιαρή» ελάφρυνση χρέους που επιθυμούν οι Ευρωπαίοι.

Η επικεφαλής του Ταμείου κ. Κριστίν Λαγκάρντ δήλωσε ότι η χώρα μας αποτελεί «ειδική περίπτωση», ξεχωρίζοντας το ελληνικό πρόγραμμα από τα τρία επιτυχημένα προγράμματα (Ιρλανδίας, Πορτογαλίας και Κύπρου).

Η κ. Λαγκάρντ παρόλο που δεν μπαίνει σε λεπτομέρειες όσον αφορά τα λάθη που έγιναν από το ΔΝΤ στην Ελλάδα, τόνισε στη δήλωσή της πως η χώρα μας διέθετε απαράμιλλη διεθνή στήριξη και προχώρησε σε μία αξιοσημείωτη δημοσιονομική προσαρμογή. Ωστόσο, επλήγη «σε πολύ μεγαλύτερο βαθμό από ό,τι οι άλλες χώρες» λέει η κ. Λαγκάρντ, εξαιτίας των αντιδράσεων που εκδηλώθηκαν «από οργανωμένα συμφέροντα, από σοβαρά προβλήματα εφαρμογής του προγράμματος, καθώς και από τις επαναλαμβανόμενες πολιτικές κρίσεις» όπως λέει χαρακτηριστικά. Τα παραπάνω τονίζει οδήγησαν σε πολλαπλές κρίσεις, αφήνοντας τον «φόβο του Grexit να επικρέμαται και γι’ αυτό η ύφεση στη χώρα να είναι πολύ βαθύτερη σε σχέση με τις αρχικές προβλέψεις του Προγράμματος». Η κ. Λαγκάρντ κρατά διακριτικά αποστάσεις από την έκθεση, που είναι αρκετά επικριτική για τον ρόλο της Ευρωζώνης και τις προτεραιότητές της. Εξάλλου, την επίμαχη περίοδο ήταν υπουργός Οικονομικών της Γαλλίας.

Η έκθεση είναι αποτέλεσμα της δουλειάς ομάδας ανεξάρτητων από το Ταμείο οικονομολόγων και ειδικών που μελέτησαν εις βάθος το πρόγραμμα, καταλήγοντας στα εξής λάθη που έγιναν στην Ελλάδα:

1. Η χαλαρή «αφετηρία». Πριν ξεσπάσει η κρίση χρέους, το ΔΝΤ δεν παρακολουθούσε πολύ προσεκτικά την κατάσταση στην Ελλάδα και το Ταμείο πολύ γρήγορα επαινούσε τη χώρα για τις μεταρρυθμίσεις, χωρίς όμως να αξιολογεί αν έχουν εφαρμοσθεί. Ακόμα και όταν η Ελλάδα μπήκε σε πρόγραμμα με το ΔΝΤ, το Ταμείο χρειάστηκε μήνες για να συνειδητοποιήσει ότι η διοικητική ικανότητα της χώρας ήταν πολύ αδύναμη και ότι τα συμφέροντα του κατεστημένου δημιουργούσαν σχεδόν ανυπέρβλητα εμπόδια. Συγχρόνως είχε επικρατήσει η λογική στο Ταμείο πως ο δανεισμός ενός κράτους-μέλους της Ευρωζώνης ήταν απίθανος και έτσι το Ταμείο βρέθηκε απροετοίμαστο.

2. Η αναδιάρθρωση του χρέους. Η άρνηση για αναδιάρθρωση του χρέους της Ελλάδας στην αρχή του προγράμματος, παρά τη μεγάλη πιθανότητα το χρέος να μην αποδειχθεί βιώσιμο, αποτελεί αντικείμενο κριτικής. Στην περίπτωση της Ελλάδας, όπου το Ταμείο αποφάσισε το 2010 να τη χρηματοδοτήσει με ποσό μεγαλύτερο από αυτό που της αντιστοιχούσε («exceptional access»), θα έπρεπε να είχε προηγηθεί η αναδιάρθρωση χρέους.

Η έκθεση αναφέρει πως αρχικά, επειδή η Ευρωπαϊκή Επιτροπή, η ΕΚΤ και μερικά κράτη-μέλη ήταν αντίθετα με την αναδιάρθρωση του χρέους για οικονομικούς, τεχνικούς ή πολιτικούς λόγους, οι ελληνικές αρχές συντάχθηκαν γιατί χρειάζονταν την ευρωπαϊκή βοήθεια. Επίσης, δεν ακολουθήθηκε η αναδιάρθρωση του χρέους πριν από τη χρηματοδότηση από το ΔΝΤ – τότε όφειλε το Ταμείο να έχει ζητήσει από τους Ευρωπαίους μεγαλύτερη χρηματοδότηση.

3. Μη λειτουργική στρατηγική. Οι ιδιαίτερα θετικές προβλέψεις που έκανε το ΔΝΤ αρχικά και οι οποίες στην πράξη δεν έβγαιναν αληθινές, είχαν ως αποτέλεσμα να γίνεται ολοένα και πιο δύσκολη η επίτευξη των στόχων. Επίσης, σε Ελλάδα και Πορτογαλία οι προβλέψεις ήταν ιδιαίτερα θετικές ως προς την ικανότητα των Αρχών να εφαρμόσουν δύσκολες πολιτικά μεταρρυθμίσεις. Αυτό το αναγνωρίζει και η κ. Λαγκάρντ στη δήλωσή της, λέγοντας ότι κανένα από αυτά τα εμπόδια που προέκυψαν κατά την εφαρμογή του Προγράμματος δεν είχε προβλεφθεί εκ των προτέρων, με αποτέλεσμα το πρώτο πρόγραμμα να αποδειχθεί εξαιρετικά αισιόδοξο.

Η έκθεση διαπιστώνει πως το ΔΝΤ δεν έδωσε ιδιαίτερη σημασία στους περιορισμούς που δημιουργούσε το ευρώ και υποτιμήθηκε η ανάγκη για ένα πρόγραμμα που θα λάμβανε υπ’ όψιν αυτούς τους περιορισμούς.

Συγχρόνως στη συνεργασία του ΔΝΤ με τους Ευρωπαίους εταίρους, αναφέρει η έκθεση πως το Ταμείο βρέθηκε «απροετοίμαστο». Επειδή η Ευρωπαϊκή Επιτροπή διαπραγματευόταν εξ ονόματος του Eurogroup, οι τεχνικές επισημάνσεις του προσωπικού του Ταμείου βρίσκονταν υπό πολιτική πίεση από την αρχή. Γι’ αυτό και μία από τις συστάσεις της έκθεσης προς το Συμβούλιο είναι να προωθήσουν διαδικασίες που θα ελαχιστοποιήσουν οποιαδήποτε πολιτική παρεμβολή στην τεχνική ανάλυση του ΔΝΤ. Αυτή είναι και η μόνη κριτική που δεν βρίσκει σύμφωνη την επικεφαλής του Ταμείου, κ. Λαγκάρντ. Επίσης η τεχνική βοήθεια που παρείχε το ΔΝΤ στην Ελλάδα αντιμετώπισε πολλές δυσκολίες, λόγω της ανάγκης συντονισμού με την Task Force, η οποία βασιζόταν σε εξωτερικούς συμβούλους από τα μεγαλύτερα κράτη-μέλη. Η τεχνική βοήθεια παρουσίαζε το σοβαρό μειονέκτημα να μην έχει σαφείς προτεραιότητες και στόχους που συνεχώς άλλαζαν και δεν λάμβαναν υπ’ όψιν τη δυσκολία αφομοίωσης από την Ελλάδα.

Επιπλέον, η έκθεση αναφέρει ότι η απόδοση του προσωπικού που συμμετείχε στα προγράμματα της Ελλάδας, της Ισπανίας και της Ιρλανδίας «ήταν άνιση». Υπήρχαν περιστάσεις που «οι τεχνικές γνώσεις του προσωπικού έλαμψαν», όπως στον σχεδιασμό και στην εφαρμογή του προγράμματος στην Ιρλανδία, όπου η έκθεση τη χαρακτηρίζει «σχεδόν υποδειγματική», αλλά δεν έγινε το ίδιο στην Ελλάδα. «Η αποσπασματική διαθεσιμότητα του προσωπικού μπορεί να ήταν μεταξύ των λόγων γι’ αυτήν την άνιση απόδοση».