Είναι ο “Αστακός” του Λάνθιμου το τέλος του Greek Weird Wave;

2340

Κλείνει, όντως, ο κύκλος του Greek Weird Wave με τη νέα υποψήφια για Όσκαρ δουλειά του Λάνθιμου ή μήπως…;

Ο σκηνοθέτης Γιώργος Λάνθιμος μπήκε για τα καλά στη συνείδηση του παγκόσμιου κινηματογράφου με την ταινία Κυνόδοντας, η οποία έκανε πρεμιέρα το 2009 και ήταν υποψήφια για το Όσκαρ Καλύτερης Ξενόγλωσσης Ταινίας στην 83η τελετή απονομής των βραβείων της αμερικάνικης Ακαδημίας Κινηματογράφου το 2011.

Ο Κυνόδοντας διέγραψε μία λαμπρή πορεία σε όλα τα διεθνή φεστιβάλ κινηματογράφου όπου προβλήθηκε, αποσπώντας κατά κανόνα πολύ θερμές κριτικές και χαρίζοντας στον Λάνθιμο μεταξύ άλλων βραβείων και το πρωτείο στο τμήμα του Φεστιβάλ των Καννών, “Ένα Κάποιο Βλέμμα”, καθώς και το “Award of the Youth” στην ίδια διοργάνωση. Ακόμα κι έτσι, αρκετοί ήταν εκείνοι οι οποίοι προδίκασαν ότι ο Κυνόδοντας, ειδικά ως μια “δύσκολη” ταινία, θα ήταν ένας διάττοντας αστέρας, ο οποίος μετά από λίγο καιρό θα κατέληγε μαζί με τον Λάνθιμο στον πάτο του μεταφορικού πηγαδιού της κινηματογραφικής λήθης. Ο Έλληνας σκηνοθέτης, όμως, βάλθηκε να αποδείξει ότι δεν ήταν τυχαίο το γεγονός ότι βρέθηκε στο κατώφλι της αμερικάνικης Ακαδημίας Κινηματογράφου για ένα Όσκαρ και λίγα χρόνια μετά πετυχαίνει κάτι πρωτόγνωρο, όχι μόνο για τα ελληνικά δεδομένα, αλλά και για τα δεδομένα ολόκληρου του μη-αμερικάνικου κινηματογράφου.

Με τη νέα του ταινία, Ο Αστακός (διεθνής τίτλος: The Lobster), η οποία έκανε πρεμιέρα στην Ελλάδα το 2015, ο Λάνθιμος απέδειξε ότι “ήρθε για να μείνει”, εξασφαλίζοντας άλλο ένα, μεγαλύτερο βραβείο στις Κάννες -εκείνο της Επιτροπής- και άλλη μία υποψηφιότητα, στα φετινά Όσκαρ -αυτήν τη φορά, στην κατηγορία Πρωτότυπου Σεναρίου, με τον Ευθύμη Φιλίππου.

Η πλοκή του Αστακού περιστρέφεται γύρω από τον David (Colin Farrell). O David μετά από έναν χωρισμό πρέπει να πάει σε ένα ξενοδοχείο, όπου είναι υποχρεωμένος να βρει εντός 45 ημερών μία νέα ερωτική σύντροφο, διαφορετικά θα μεταμορφωθεί σε ένα ζώο. Ο David επιλέγει να γίνει αστακός αν δεν τα καταφέρει, αλλά η διαμονή του σε αυτό το περίεργο ξενοδοχείο είναι ανυπόφορη και επιχειρεί να αποδράσει. Βρίσκει καταφύγιο στο δάσος μαζί με άλλους Μοναχικούς, οι οποίοι εκ πεποιθήσεως δεν έχουν ερωτικούς συντρόφους, αλλά εκεί ερωτεύεται μία γυναίκα (Rachel Weisz) και προσπαθούν να ισορροπήσουν τη ζωή τους κρυμμένοι μακριά από την κοινωνία, η οποία τους κυνηγά αλλά και από την υπόλοιπη ομάδα των Μοναχικών. Θα τα καταφέρουν; Αν αναρωτιέστε, μάλλον πρέπει να δείτε τον Αστακό. Ο Λάνθιμος δεν δίνει τις απαντήσεις τόσο εύκολα…

Η νέα πρόσκληση στους δύο σεναριογράφους του Αστακού να περπατήσουν στο κόκκινο χαλί των Όσκαρ και να σταθούν ως υποψήφιοι για ένα από τα πολυπόθητα χρυσά αγαλματίδια, υπογραμμίζει με τον καλύτερο τρόπο ότι ο Λάνθιμος δικαιούται να διεκδικεί τον τίτλο του “πατέρα” ενός ολόκληρου κινηματογραφικού κινήματος.

Ο λόγος για το Greek Weird Wave, ένα κινηματογραφικό ρεύμα, το οποίο χαρακτηρίζεται από ταινίες που περιστρέφονται γύρω από ιδιόρρυθμες, σκοτεινές, σουρεαλιστικές, έως και διεστραμμένες στα μάτια ορισμένων, κοινωνικές θεματικές.

Το κίνημα εγκαινιάστηκε με τον Κυνόδοντα, ο οποίος έλεγε την ιστορία μίας οικογένειας της οποίας τα μέλη (πλην του πατέρα) δεν έβγαιναν ποτέ από το σπίτι και έτσι, ειδικά τα παιδιά, είχαν αναπτύξει μία παντελώς αλλοιωμένη εικόνα για τον κόσμο και την πραγματικότητα. Ακολούθησαν εξαιρετικές δουλειές από άλλους νέους Έλληνες δημιουργούς, όπως ο Αργύρης Παπαδημητρόπουλος με το Suntan, ο Μιχάλης Κωνσταντάτος με το Luton, η Αθηνά Ραχήλ Τσαγγάρη με το Attenberg, ο Πάνος Κούτρας με το Xenia και ο Γιάννης Οικονομίδης με το Μικρό Ψάρι, μεταξύ πολλών άλλων.

Οι Κούτρας και Οικονομίδης, βέβαια, είχαν προλάβει να πειραματιστούν πρώτοι με τα όρια του ρεαλισμού και της αλληγορίας, εισάγοντας παράλληλα στοιχεία κυνισμού στα έργα τους, με την Επίθεση του Γιγαντιαίου Μουσακά ο πρώτος και το Σπιρτόκουτο ο δεύτερος. Αλλά χρειάστηκε η επιτυχία του Κυνόδοντα για να αποκτήσει το Greek Weird Wave την ξεκάθαρη ταυτότητα που ακολούθησαν οι παραπάνω ταινίες.

Και τώρα, ο Αστακός και η νέα αναγνώριση της δουλειάς των Λάνθιμου και Φιλίππου τόσο στις Κάννες όσο και στο Χόλιγουντ, θεμελιώνει το Greek Weird Wave ως ένα κινηματογραφικό ρεύμα που μπορεί να προσφέρει έργα παγκόσμιας κλάσης, δίνοντας νέα πνοή στο ελληνικό σινεμά.

Αρκετοί, βέβαια, έκαναν λόγο για “κλείσιμο” του κύκλου του Greek Weird Wave, επειδή ο Λάνθιμος στον Αστακό δεν “μιλά” ελληνικά – επομένως δεν κάνει Greek Weird Wave, αλλά σκέτο Weird Wave. Αλλά είναι, άραγε, μόνο η γλώσσα που εντάσσει κάτι σε μία κινηματογραφική κατηγορία;

Η Γερμανική Γωνία (Dutch Angle) παραμένει γνωστή ως γερμανική, ακόμα κι αν την χρησιμοποιούν κινηματογραφιστές σε όλο τον κόσμο. Γιατί το Greek Weird Wave να μην συνεχίσει να χαρακτηρίζεται ελληνικό, ανοίγοντας παράλληλα την “αγκαλιά” του σε ξένους δημιουργούς;

Ο Αστακός, με την αποπνικτική ατμόσφαιρα, τη χαρακτηριστική μινιμαλιστική προσέγγιση στο στήσιμο των πλάνων και τον κοφτερό σχολιασμό κοινωνικών παθογενειών, είναι τέκνο αντάξιο του Greek Weird Wave, όποια γλώσσα κι αν μιλούν οι πρωταγωνιστές του. Σε συνδυασμό με το γεγονός ότι για αρκετούς η υποψηφιότητα του Αστακού στα φετινά Όσκαρ έχει μεγαλύτερο κύρος από εκείνη του Κυνόδοντα, καθώς η κατηγορία Πρωτότυπου Σεναρίου είναι υπερβατική των ξενόγλωσσων ταινιών, τις οποίες οι Αμερικάνοι τείνουν να βάζουν στο ίδιο καλάθι, μπορούμε να ελπίζουμε σε μία νέα αυγή.

Ως υποψήφιος για το σενάριό του, ο Αστακός συναγωνίζεται και κοιτάει κατάματα μερικές από τις μεγαλύτερες και πιο επιτυχημένες αμερικάνικες ταινίες της χρονιάς (La La Land, Manchester by the Sea, Hell or High Water και 20th Century Women), ανοίγοντας την πόρτα και προσκαλώντας τον κόσμο να γνωρίσει καλύτερα το Greek Weird Wave.

Μπορούμε να πούμε ότι ο (νέος) κύκλος, τώρα ανοίγει.

πηγή: pathfinder.gr