Η “Κερένια κούκλα”, το κορυφαίο «αθηναίικο μυθιστόρημα» του Κωνσταντίνου Χρηστομάνου που έφερε έναν διαφορετικό αέρα στην ελληνική λογοτεχνία των αρχών του 20ού αιώνα και σκανδάλισε στην εποχή του, γίνεται όπερα από τον διακεκριμένο συνθέτη Τάσο Ρωσόπουλο μετά από παραγγελία της Εναλλακτικής Σκηνής της Εθνικής Λυρικής Σκηνής, πάνω σε λιμπρέτο του Γιάννη Σβώλου.
H νέα όπερα σε δύο πράξεις, σε μουσική διεύθυνση Νίκου Βασιλείου, έρχεται μέσα από τη σκηνοθετική ματιά του Σίμου Κακάλα στην Εναλλακτική Σκηνή της ΕΛΣ στο Κέντρο Πολιτισμού “Ίδρυμα Σταύρος Νιάρχος” από τις 7 Μαρτίου και για οκτώ μόνο παραστάσεις έως και τις 23 Μαρτίου.
Ο Σίμος Κακάλας ζωντανεύει τη δραματική ιστορία του Κωνσταντίνου Χρηστομάνου, δημιουργώντας ένα γοητευτικό, ατμοσφαιρικό και απόκοσμο σύμπαν από γκόθικ στοιχεία, κινηματογραφικές εικόνες, ρεαλιστικές μάσκες και αναμνήσεις από μια Αθήνα άλλης εποχής. Εκεί, ο Θάνατος και η Ζωή χάνουν τα ευδιάκριτα όριά τους, παίρνοντας τη μορφή του ήλιου, της αποκριάς, του φεγγαριού, της αμυγδαλιάς, του μωρού, της θάλασσας και του ίδιου του Χρηστομάνου.
«Μια οντότητα όπως ο Χρηστομάνος δεν ήταν δυνατόν να μην αποκτήσει σκηνική υπόσταση. Η γοητεία που ασκεί είναι μάλλον ακατανίκητη, αυτός ο ασθενικός δύσμορφος δάσκαλος ελληνικών της πριγκίπισσας Ελισάβετ της Αυστρίας, ο πρώτος ίσως σκηνοθέτης στο ελληνικό θέατρο, κινεί τα πάντα μέσα στο σύμπαν που έχει χτίσει στην “Κερένια κούκλα”. Η συμμετοχή του, στην ιστορία που ο ίδιος κατασκεύασε, είναι απόλυτα προσωπική και γι’ αυτό κατέχει και μια σημαντική θέση τόσο δραματουργικά όσο και σκηνοθετικά. Ακολουθώντας την ατμόσφαιρα που θέτει ο ίδιος, με τις γοτθικές αναφορές να αναμειγνύονται με το αττικό τοπίο, μοιάζει η ιστορία αυτή να αναδύεται από τον κάτω κόσμο στο σήμερα, “θυμίζοντας” μια Αθήνα που υπάρχει ή που υπήρξε μόνο σε ένα φαντασιακό επίπεδο. Μια σπουδή πάνω σε έναν Μπρεχτικό τρόπο αφήγησης κρίθηκε ως το κατάλληλο πλαίσιο για να ενισχυθεί η αφηγηματική διάθεση του έργου και η ιδιαίτερη λογοτεχνική ταυτότητά του” σημειώνει ο σκηνοθέτης.
Η “Κερένια κούκλα” είναι το δεύτερο βιβλίο του Κωνσταντίνου Χρηστομάνου (1867-1911), το οποίο πρωτοδημοσιεύτηκε σε συνέχειες στην εφημερίδα “Πατρίς” το 1908 και εκδόθηκε ως αυτοτελές βιβλίο το 1911, τη χρονιά του πρώιμου θανάτου του συγγραφέα. Κορυφαίο συμβολιστικό έργο της ελληνικής πεζογραφίας, η «Κερένια κούκλα» προκάλεσε σάλο στην εποχή της, τόσο για τη δημοτική γλώσσα της, που στοίχισε στο έργο πολλές εκδοτικές περιπέτειες, όσο και για την τολμηρότητα του θέματος, που πήγαινε κόντρα στον καθωσπρεπισμό.
Το μυθιστόρημα αυτό, που αγαπήθηκε και επανεκδόθηκε πολλές φορές, έγινε το πρώτο ελληνικό λογοτεχνικό έργο που μεταφέρθηκε στον κινηματογράφο το 1916 από τον Μιχάλη Γλητσό, θεατρικό έργο, τηλεοπτική σειρά και graphic novel. Έναν αιώνα μετά την πρώτη έκδοσή του, “εντάσσεται” για πρώτη φορά στο λυρικό ρεπερτόριο. Πρόκειται για τη δεύτερη παραγγελία νέας όπερας πάνω σε έργα της νεοελληνικής λογοτεχνίας από την Εναλλακτική Σκηνή της ΕΛΣ μετά το Ζ.
Εμπνεόμενος από τη γραφή του Χρηστομάνου, ο Τάσος Ρωσόπουλος, ένας συνθέτης με σημαντική πορεία σε διαφορετικά μουσικά ιδιώματα, μετουσιώνει την “Κερένια κούκλα” σε μουσική γεμάτη σύμβολα, λυρισμό και παθιασμένη αγάπη για τη ζωή. «Το μουσικό υλικό αναπτύσσεται ταυτόχρονα γύρω από το δίπολο Θάνατος και Ζωή», σημειώνει ο συνθέτης.
“Η Κερένια κούκλα γράφτηκε σε μια δύσκολη εποχή για την ελληνική γλώσσα. Λίγο μετά τα Ευαγγελικά και τα Ορεστειακά, η θαρραλέα δημοτική του κειμένου δεν ήταν εύκολη υπόθεση. Όπως ήταν φυσικό, δημιούργησε μεγάλες αντιδράσεις, καθώς, την ίδια στιγμή, έβαζε την Ελληνική λογοτεχνία σε νέους δρόμους. Αυτή ακριβώς η γλώσσα αποτέλεσε τη βάση του λιμπρέτου και τον καμβά της μελοποιίας, δίνοντας στη μουσική την ευκαιρία να ακροβατήσει μεταξύ λυρισμού και γλωσσικού ρυθμού, ψηλαφώντας την κρυφή μελωδία που η γλώσσα μας αιώνες τώρα μεταφέρει. Το έργο φιλοδοξεί να είναι καθημερινό αλλά και υπερβατικό. Ρεαλιστικό αλλά και συμβολιστικό, βαθύ και ανάλαφρο συνάμα. Συνδυασμοί ακριβοί σαν την εναλλαγή Θανάτου και Ζωής” προσθέτει.
Για τη διασκευή της «Κερένιας κούκλας» σε λιμπρέτο για όπερα, ο Γιάννης Σβώλος στο δεύτερό του λιμπρέτο μετά την επιτυχημένη «Φόνισσα» του Γιώργου Κουμεντάκη, χρησιμοποίησε ως βάση το ίδιο το κείμενο. Κινούμενος με μεταμοντέρνα ελευθερία, άφησε να λειτουργήσουν μέσα του ως φίλτρο ποικίλες μουσικές αναφορές.
Ο διακεκριμένος αρχιμουσικός Νίκος Βασιλείου έχει την ευθύνη της μουσικής διεύθυνσης του συνόλου σύγχρονης μουσικής Ergon Ensemble. Ο Κέννυ ΜακΛέλλαν υπογράφει τα σκηνικά, η Κλαιρ Μπρέισγουελ τα κοστούμια, η Μάρθα Φωκά τις μάσκες και ο Παναγιώτης Λαμπής τους φωτισμούς.
Τον ρόλο του Κωνσταντίνου Χρηστομάνου ερμηνεύει ο Αρκάδιος Ρακόπουλος, της Βεργινίας η Θεοδώρα Μπάκα, του Νίκου ο Γιάννης Καλύβας και της Λιόλιας η Στελίνα Αποστολοπούλου. Μαζί τους, οι καταξιωμένοι πρωταγωνιστές Τζούλια Σουγλάκου, Σοφία Κυανίδου, Λυδία Αγγελοπούλου, Μαργαρίτα Συγγενιώτου, Λυδία Ζερβάνου, Διονύσης Τσαντίνης, Γιάννης Φίλιας, Δημήτρης Ναλμπάντης και Κωστής Μαυρογένης.
Πηγή: ΑΠΕ