Ευρωπαίοι επιστήμονες – μεταξύ των οποίων ένας Έλληνας ερευνητής της διασποράς- ανέπτυξαν ένα απλό τεστ αίματος που μπορεί να διαγνώσει οκτώ διαφορετικές μορφές καρκίνου, ανιχνεύοντας πολλαπλά μικρά τμήματα του DNA των καρκινικών όγκων που κυκλοφορούν στον οργανισμό.
Μέχρι σήμερα οι περισσότερες διαγνωστικές μέθοδοι περιορίζονται στο να εντοπίζουν τον καρκίνο σε συγκεκριμένα σημεία του σώματος, για παράδειγμα στον μαστό, στον προστάτη ή στο έντερο. Οι μαγνητικές και αξονικές τομογραφίες είναι σε θέση να εντοπίσουν όγκους σε πολλαπλά σημεία, αλλά μόνο εφόσον αυτοί έχουν μεγαλώσει αρκετά.
Το ζητούμενο είναι συνεπώς να αναπτυχθούν τεστ αίματος που να ανιχνεύουν πολλαπλούς καρκίνους, όταν ακόμη αυτοί βρίσκονται στο αρχικό -και πιο θεραπεύσιμο- στάδιο. Μια μέθοδος είναι η γενετική ανάλυση του αίματος, μήπως ανιχνευθεί καρκινικό DNA, όμως είναι σαν να ψάχνει κανείς «βελόνα στα άχυρα» λόγω του μεγάλου όγκου του μη καρκινικού DNA που επίσης κυκλοφορεί στο αίμα.
Το νέο τεστ δεν απαιτεί χρονοβόρα γενετική συσχέτιση του αίματος και είναι πιο ακριβές. Οι ερευνητές, με επικεφαλής τον δρα Φλοράν Μουλιέρ του Πανεπιστημίου του Κέιμπριτζ, που έκαναν τη σχετική δημοσίευση στο αμερικανικό ιατρικό περιοδικό “Science Translational Medicine”, σύμφωνα με το “New Scientist”, ανακάλυψαν ότι τα μικροσκοπικά τμήματα του γενετικού υλικού που αποσπώνται από τους καρκινικούς όγκους, έχουν συχνά διαφορετικά μεγέθη από τα τμήματα του μη καρκινικού DNA μέσα στο αίμα.
Όπως έδειξαν οι δοκιμές, το νέο τεστ -που διακρίνει τα διαφορετικά μεγέθη του καρκινικού DNA- μπόρεσε να ανιχνεύσει το 94% των περιστατικών καρκίνου μαστού, εντέρου, ωοθηκών, δέρματος και χολής σε 68 ασθενείς (με μόνο 2,5% ψευδώς θετικά αποτελέσματα). Ανίχνευσε επίσης το 65% των περιπτώσεων καρκίνου παγκρέατος, νεφρών και εγκεφάλου σε άλλους 57 ασθενείς.
Συγκριτικά, το υπάρχουν τεστ αίματος CancerSEEK, που ανιχνεύει γενετικούς και πρωτεϊνικούς δείκτες του όγκου στο αίμα, «πιάνει» κατά μέσο όρο το 70% των κοινών καρκίνων.
Θεωρητικά, σύμφωνα με τους ερευνητές, το νέο τεστ θα μπορούσε να χρησιμοποιηθεί για τη διάγνωση όλων των ειδών καρκίνου, ενώ είναι απλό στη χρήση του. Θα ακολουθήσουν νέες κλινικές δοκιμές του, ώστε κάποια στιγμή να γίνει διαθέσιμο στο κοινό.
Στην ανάπτυξη του τεστ συμμετείχε και ο ελληνικής καταγωγής Ιωάννης Γούναρης του Πανεπιστημίου του Κέιμπριτζ, απόφοιτος της Ιατρικής Σχολής του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης (1999), ο οποίος έχει ειδικευθεί στην ογκολογία και στη βιολογία του καρκίνου.