Στις 27 Μαρτίου γιορτάζουμε την Παγκόσμια Ημέρα Θεάτρου: Μάθετε πώς ξεκίνησε το θέατρο στην Ελλάδα

3796

Γράφει η Λένα Βασιλείου

Παγκόσμια Ημέρα Θεάτρου σήμερα, μιας και αυτή η ημερομηνία επιλέχτηκε και καθιερώθηκε το 1962 από το Διεθνές Ινστιτούτο Θεάτρου.

Γιατί αυτή η μέρα και όχι κάποια άλλη; Γιατί απλά το Διεθνές Ινστιτούτο Θεάτρου που την όρισε, έλαβε υπόψιν του ότι η χρονική αυτή στιγμή συμπίπτει με την χρονική περίοδο των Μεγάλων Διονυσίων. Με λίγα λόγια, των μεγάλων δηλαδή Θεατρικών Αγώνων που γίνονταν ετησίως στην Αθήνα. Και ξέρω πως θα σκεφτείς “Ωχού, αμάν πια αυτή η καραμέλα πως όλα ξεκίνησαν εδώ”. Αυτή είναι όμως η αλήθεια φίλε μου. Εδώ ξεκίνησε το θέατρο, στην Ελλαδίτσα μας. Και δεν το λέω εγώ, άλλα κοτζάμ ιστορικά γεγονότα και Διεθνές Ινστιτούτο Θεάτρου… Άκου λοιπόν να δεις πως γεννήθηκε αυτό που λέμε θέατρο!

Τότε, στην αρχαία Ελλάδα, στις αγροτικές γιορτές προς τιμήν του θεού Διόνυσου, απαγγέλλονταν ποιήματα, ψάλλονταν διθύραμβοι και τραγούδια με πειράγματα, που περιείχαν στοιχεία διαλόγου με τα πρώτα δείγματα θεατρικής δράσης. Ιστορικοί και μελετητές του θέματος οδηγήθηκαν όλοι μαζί στην θεωρία πως ο διθύραμβος και η βαθμιαία ανάπτυξή του οδήγησε στην δημιουργία του αρχαίου δράματος. Ο διθύραμβος δε, λέει, ήταν ένα αυτοσχεδιαστικό χορικό τραγούδι που σε αντίθεση με τα ατομικά είδη αρχαίας ποίησης, την ελεγεία και τον ίαμβο, ήταν ομαδική καλλιτεχνική έκφραση που είχε ως αφορμή θρησκευτικές – λατρευτικές λειτουργίες. Εξέφραζε τις σκέψεις και τα συναισθήματα του λαού αλλά και την επιθυμία του να κατακτήσει μια καλύτερη κοινωνική, πολιτική και οικονομική θέση μέσα στα ασφυχτικά πλαίσια της αριστοκρατικής, ολιγαρχικής κοινωνικής οργάνωσης του 7ου Π.Χ αιώνα. Αυτό γινόταν σε όλη την τότε ελληνική ύπαιθρο. Και ας έρθουμε αποκλειστικά τώρα στην Αττική…

Στην Αττική ο διθύραμβος γνώρισε μεγάλες δόξες και μάλιστα στα μεγάλα Διονύσια γίνονταν και διαγωνισμοί πολύ πριν ξεκινήσουν να διδάσκονται τραγωδίες. Μαζί με την ανάπτυξή του στην Αθήνα, συνδέθηκε και το όνομα του ποιητή Θέσπη που του αποδίδεται και η ερμηνεία του πρώτου θεατρικού ρόλου. Και αυτό γιατί έκανε μια καινοτομία. Απέσπασε τον εαυτό του από τον χορό και έτσι έγινε ο πρώτος “θιασάρχης” και ηθοποιός. Όπως καταλαβαίνεις λοιπόν, σε κάθε γιορτή του Διονύσου, χρόνο με το χρόνο εξελισσόταν και από μια θρησκευτική γιορτή. Έφτασε λοιοπόν κατά την διάρκεια της κλασσικής περιόδου να ανθίσει αυτός ο 5ος -χρυσός- αιώνας (!) και κοίτα να δεις πόσο φυσικά ήρθαν τα πράγματα: Όσοι δεν έπαιρναν ενεργό μέρος στην παράσταση σχημάτιζαν μια ομάδα γύρω από καθορισμένους ερμηνευτές, κατά τέτοιο τρόπο ώστε οι συμμετέχοντες με τις αισθήσεις τους να βρίσκονται σε επαφή μαζί τους. Αυτός ο διαχωρισμός ανάμεσα σε ηθοποιούς και κοινό έπρεπε να βρίσκεται σε ακτίνα ορατότητας και ήχου σε σχέση με το χώρο της θεατρικής δράσης. Το γεγονός αυτό είναι σχεδόν βέβαιο ότι οδήγησε στις πρώτες κατασκευές θεάτρων. Κουστούμια, μάσκες, ορχήστρες, σκηνικά… Μέχρι και γερανό έφτιαξαν για να κατεβαίνουν στη σκηνή τα πρόσωπα – θεοί από τον ουρανό, για να δώσουν την λύση στις δύσκολες υποθέσεις. Αυτό που μας έχει μείνει ως έκφραση δηλαδή ακόμα… “O από μηχανής θεός” !

Από τους αρχαιότερους ποιητές που έγραψαν για τα Μεγάλα Διονύσια ήταν ο Αισχύλος (525-456 π.Χ) από τον οποίο σώζονται 7 πλήρη κείμενα. Ακολουθούν Σοφοκλής (496-406π.Χ.), Ευριπίδης (484-406), Αριστοφάνης (448-380π.Χ.), ονόματα που γνωρίζουμε όλοι και δεν χρειάζεται να πω τίποτα παραπάνω για αυτά. Μετέπειτα ήρθαν οι Ρωμαίοι, δανείστηκαν το τότε ελληνικό δράμα-θέατρο, το εξέλισσαν και με τη σειρά τους το μεταλαμπάδευσαν στον υπόλοιπο δυτικό κόσμο για να εμπνεύσει δημιουργούς και να το εξελίξουν και άλλο και άλλο, για να φτάσει στην μορφή που ξέρουμε τώρα.

Όσο για την Ελλάδα μας, κάπου χάθηκε στην πορεία των χρόνων όσο εξελισσόταν η δύση για να αρχίσει ξανά το 1823, με επιστολή του Νικηταρά που ζητά από τον υπουργό Εσωτερικών Παπαφλέσσα στο Ναύπλιο, τα μέσα για να λειτουργήσει θέατρο!

Μάλιστα, ανάμεσα στο νοσοκομείο, σχολείο, θέατρο …ζητάει πρώτα θέατρο! Έτσι σιγά σιγά θα αρχίσει η μόλις -μετά επανάστασης- Ελλάδα να μπαίνει στην ιστορία σύγχρονου θεάτρου πια. Η καθοριστική αλλαγή θα έρθει μόλις γίνει η Αθήνα πρωτεύουσα και κυρίως μετά το πέρασμα πια του εικοστού αιώνα. Άρχισαν να ιδρύονται οι πρώτες μεγάλες θεατρικές σκηνές, με το Βασιλικό θέατρο (Εθνικό θέατρο σήμερα) να θέτει τις βάσεις για την αλματώδη ανάπτυξη του θεάτρου στην Ελλάδα, με νέα ρεύματα και πρακτικές. Ευρωπαϊκά έργα και ρεπερτόριο που παρουσιαζόταν ήδη εδώ και χρόνια στις μεγάλες Ευρωπαϊκές σκηνές, άρχισαν να παίζονται. Η μοντέρνα πλέον θεώρηση έδωσαν και την αφορμή για εμφάνιση νέων καλλιτεχνών (Κυβέλη, Κοτοπούλη) που προετοίμασαν τον κοινό για την άνθιση ξανά του ελληνικού θεάτρου. Δεν έλειψαν οι παρουσιάσεις των διάσημων πλέον ελληνικών τραγωδιών της αρχαιότητας. Παρόλ’αυτά όμως εξελίχθηκε και ένα νέο είδος· το κωμειδύλλιο, που δεν είναι τίποτε άλλο παρά η ελληνική εκδοχή της ρομαντικής κομεντί με έντονα κωμικά στοιχεία. Ως σατυρική εκδοχή του, θα έρθει η επιθεώρηση που θα εξελιχθεί με τη σειρά του σε νέο είδος, η σάτιρα παίρνει μορφή μουσικού θεάτρου και θα μπουν στοιχεία μιούζικαλ και έτσι το σύγχρονο πλέον ελληνικό θέατρο αρχίζει να γίνεται πιο ευρωπαϊκό.

Γρηγόριος Ξενόπουλος – Έλλη Λαμπέτη

Ηθοποιοί, σκηνοθέτες ,συγγραφείς θεατρικοί παραγωγοί κάνουν την εμφάνισή τους -λίγο πριν τον Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο- έντονη και ενισχύουν το αστικό θέατρο που εξέφραζε τους προβληματισμούς της εποχής. Γρηγόριος Ξενόπουλος, Σπύρος Μελάς, Παντελής Χορν, Άγγελος Τερζάκης, Γιώργος Θεοτοκάς και Δημήτρης Ψαθάς είναι ανάμεσα στους πιο σημαντικούς συγγραφείς μας στον 20ο αιώνα.

Το ελληνικό θέατρο τις τελευταίες δεκαετίες έχει μια αλματώδη πρόοδο και έγινε πιο τολμηρό και νεωτερίστικο, επιτρέποντας σκηνοθετικούς και υποκριτικούς πειραματισμούς μέσα από πρωτοβουλίες θεατρικών ομάδων και δημιουργών. Ό,τι ακμάζει, παρακμάζει και αν έχει ψυχή ξαναγεννιέται από τις στάχτες του και γίνεται ακόμα πιο δυνατό και όμορφο. Το θέατρο είναι τέχνη και σαν τέχνη έχει ψυχή και όσο υπάρχουν άνθρωποι σε αυτόν τον πλανήτη το θέατρο θα συνεχίζει να ζει.

«…Δεν κάνουμε θέατρο για το θέατρο. Δεν κάνουμε θέατρο για να ζήσουμε. Κάνουμε θέατρο για να πλουτίσουμε τους εαυτούς μας, το κοινό που μας παρακολουθεί κι όλοι μαζί να βοηθήσουμε να δημιουργηθεί ένας πλατύς, ψυχικά πλούσιος και ακέραιος πολιτισμός στον τόπο μας. Μόνος του ο καθένας είναι ανήμπορος. Μόνος του ο καθένας από σας τους πιο κοντινούς στην προσπάθειά μας, είναι ανήμπορος. Μαζί ίσως κάτι μπορέσουμε να κάνουμε. Το θέατρο, ως μορφή Τέχνης, δίνει τη δυνατότητα να συνδεθούμε, να συγκινηθούμε, ν’ αγγίξουμε ο ένας τον άλλον, να νιώσουμε μαζί μιαν αλήθεια. Να γιατί διαλέξαμε το θέατρο σα μορφή εκδήλωσης του ψυχικού μας κόσμου…» Κάρολος Κουν.