Μετά από δύο 24ωρα εντατικών διαβουλεύσεων μεταξύ ΕΕ-Τουρκίας, επήλθε ομόφωνη απόφαση των 28 ευρωπαίων ηγετών για τη διαχείριση του προσφυγικού ζητήματος. Ωστόσο προκύπτουν πολλά ερωτήματα για την υλοποίηση της συμφωνίας και για το βάρος που καλείται να «σηκώσει» η χώρα μας ,καθώς τα σύνορα παραμένουν κλειστά και περίπου 50.000 πρόσφυγες και μετανάστες βρίσκονται εγκλωβισμένοι στο ελληνικό έδαφος.
Με τη συμφωνία επιχειρείται να σταματήσει η προσφυγική ροή προς την Ευρώπη και να σταλεί το μήνυμα στους πρόσφυγεες και τους μετανάστες οτι το ταξίδι τους θα σταματά κάπου μεταξύ Ελλάδας και Τουρκίας. Έτσι όσοι φθάνουν από την Κυριακή και μετά στην Ελλάδα θα επιστρέφονται στην Τουρκία εφόσον δεν εγκρίνεται η αίτηση ασύλου τους.
Τα σημεία – κλειδιά της συμφωνίας ΕΕ- Τουρκίας είναι ότι :
- Από τις 20 Μαρτίου όσοι Σύροι πρόσφυγες μπουν παράνομα στην Ελλάδα θα επιστρέφουν πίσω στην Τουρκία.
2.Η επανεισδοχή τους θα ξεκινήσει την 4η Απριλίου.
- Για κάθε Σύρο πρόσφυγα που παίρνει η Τουρκία, θα στέλνει έναν στην Ευρώπη.
4.Οροφή θα είναι οι 72.000 επιστροφές στην Τουρκία
- Επιβεβαιώνεται η παρουσία Τούρκων αξιωματικών στα νησιά
Αναλυτικά, από την Κυριακή, όπως προβλέπεται στη συμφωνία, οι παράνομοι μετανάστες που θα φτάνουν στην Ελλάδα από την Τουρκία θα μπορούν να επιστρέφονται στην Τουρκία, αλλά και σε όσους κάνουν αίτηση για άσυλο στη χώρα θα πρέπει η Ελλάδα να είναι έτοιμη να την επεξεργαστεί. Η εξέταση κάθε αίτησης ξεχωριστά απαιτείται από τον ευρωπαϊκό και διεθνή νόμο. Για τον λόγο αυτό υπολογίζεται ότι θα χρειαστούν 4.000 άνθρωποι εκ των οποίων 2.300 είναι Ευρωπαίοι αξιωματούχοι από τον Frontex, την Ευρωπαϊκή Υπηρεσία Ασύλου αλλά και από άλλα κράτη-μέλη, ενώ, σύμφωνα με τον πρόεδρο της Ευρωπαϊκής Επιτροπής Ζαν-Κλοντ Γιούνκερ, τους επόμενους έξι μήνες το κόστος της επιχείρησης αυτής αναμένεται να φτάσει τα 280-300 εκατομμύρια ευρώ. Συγχρόνως ο κ. Γιούνκερ τόνισε την ανάγκη να επιταχυνθούν οι διαδικασίες μετεγκατάστασης και να φτάσουν τις 6.000 τον μήνα οι μετακινήσεις προσφύγων από την Ελλάδα στα υπόλοιπα κράτη-μέλη, ενώ ανακοίνωσε ότι ο ελληνικός στρατός θα πάρει 30 εκατ. ευρώ για τα έξοδα υποστήριξης των προσφύγων. Η ανάπτυξη της επιχείρησης αυτής, την οποία η Ε.Ε. επιθυμεί να δει να λειτουργεί τάχιστα στη μέγιστη δυνατότητά της, συνεπάγεται ταυτόχρονη ενεργοποίηση και συντονισμό του ελληνικού κρατικού μηχανισμού που θα εμπλακεί στη διαδικασία. Εκτιμάται ότι η χώρα μας θα απαιτηθεί να συνδράμει στην όλη διαδικασία με προσωπικό ισάριθμο με αυτό που θα στείλουν οι ευρωπαϊκοί μηχανισμοί.
Οσον αφορά στις επαναπροωθήσεις από την Ελλάδα, προβλέπεται πως για κάθε Σύρο πρόσφυγα που θα επιστρέφει στην Τουρκία άλλος ένας θα φεύγει από την Τουρκία για την Ε.Ε. Ετσι 72.000 άνθρωποι θα επανεγκατασταθούν άμεσα από την Τουρκία ενώ, σε περίπτωση που το νούμερο αυτό δεν είναι αρκετό, ο μηχανισμός αναμένεται να επανεξεταστεί. Επειτα από μια σειρά αντιδράσεων από κράτη-μέλη της Ε.Ε. στα αιτήματα της Τουρκίας, η συμφωνία επιτεύχθηκε καθιστώντας ξεκάθαρο ότι η Ελλάδα, από τις 28 χώρες της Ε.Ε., είναι αυτή που έχει μπροστά της «έναν ηράκλειο άθλο», όπως τόνισε και ο πρόεδρος της Κομισιόν, καθώς θα κληθεί μέσα στις επόμενες μέρες να φέρει εις πέρας ένα τεράστιο διοικητικό, νομοθετικό και επιχειρησιακό εγχείρημα. Ενα από τα βασικά «αγκάθια» της συμφωνίας, αυτό της επιτάχυνσης της διαδικασίας παροχής βίζας για 75 εκατομμύρια Τούρκους πολίτες, απαλείφθηκε. Η Τουρκία έχει ζητήσει έως τον Ιούνιο να αρθεί η υποχρέωση θεώρησης, αλλά προϋπόθεση από την Κομισιόν και τα κράτη-μέλη, κυρίως τη Γαλλία, είναι να ικανοποιήσει πρώτα τα 72 προαπαιτούμενα που της έχουν επιβληθεί. Από το 2009 έχει ικανοποιήσει μόλις 37 και απομένουν άλλα 35 που θα πρέπει να έχει ολοκληρώσει μέχρι τον Απρίλιο, κάτι που βρήκε τον Τούρκο πρωθυπουργό έτοιμο να πραγματοποιήσει. Οσον αφορά στο άνοιγμα των πέντε ενταξιακών κεφαλαίων που είχε παγώσει η Κύπρος και ζητούσε η Αγκυρα να ανοίξουν, βρέθηκε και εκεί συμβιβασμός. Με την υποστήριξη του κ. Τουσκ η νέα πρόταση περιλάμβανε το άνοιγμα του κεφαλαίου 33 που έχει σχέση με τον προϋπολογισμό και δεν έχει μπλοκάρει η Κύπρος, ενώ συγχρόνως υπάρχει η δέσμευση ότι η προπαρασκευαστική εργασία για το άνοιγμα άλλων κεφαλαίων θα ξεκινήσει με ταχείς ρυθμούς λαμβάνοντας υπ’ όψιν τη θέση των κρατών-μελών και τους υπάρχοντες κανονισμούς.