Έγκλημα στη Ρόδο – Ανατριχιαστική ομολογία: Της κράτησα τα χέρια και ο φίλος μου την χτύπησε με το σίδερο στο κεφάλι

918

Αποτροπιασμό προκαλούν οι ολοένα και περισσότερες πληροφορίες που έρχονται στο “φως” για τη δολοφονία της άτυχης φοιτήτριας στη Ρόδο.

Όπως είπε ο 19χρονος Αλβανος Α.Λ. στην προανακριτική του κατάθεση, η άτυχη κοπέλα είχε τις αισθήσεις της μετά το χτύπημα με το σίδερο. Αποτροπιασμό προκαλούν οι λεπτομέρειες του ειδεχθούς εγκλήματος, με τον 19χρονο να υποστηρίζει ότι κρατούσε τα χέρια της άτυχης νεαρής, όσο ο φίλος του την χτυπούσε με το σίδερο.

Πως γνωρίστηκαν

«Την Ελένη τη γνώριζα περίπου μια εβδομάδα. Την είχα συναντήσει μια μέρα στον δρόμο. Κοντά στο κατάστημα της Vodafone στην οδό Εθνικής Αντιστάσεως στη Ρόδο. Κοιταχτήκαμε στο δρόμο και μου χαμογέλασε. Μου είπε ότι έκανε ένα πάρτι στο σπίτι της αλλά δεν πήγα. Ανταλλάξαμε μόνο λογαριασμούς facebook. Την επόμενη μέρα βγήκαμε για βόλτα. Πήγαμε στην παραλία στον Ζέφυρο και ήπιαμε μπύρες και στη συνέχεια πήγαμε σπίτι της. Μου έκανε εντύπωση ότι το πρωί που ξύπνησε ήπιε ρετσίνα με κόκα κόλα. Γενικά ήταν καλή κοπέλα και ευαίσθητη. Μου είπε ότι έχει κατάθλιψη….», είπε ο 19χρονος.

Η τελευταία συνάντηση

«Με την Ελένη μιλήσαμε τηλεφωνικά μέσω του messenger το βράδυ της Τρίτης 27 Νοεμβρίου. Πήγα να την πάρω από το σπίτι της μαζί με τον φίλο μου Μ.Κ γιατί η ίδια την προηγούμενη μέρα μου είχε ζητήσει να φέρω έναν φίλο μαζί μου…[….]. Στάθμευσα το αμάξι έξω από το μαγαζί «Στάνη» και την περίμενα. Ο φίλος μου έμεινε στο αμάξι και εγώ πήγα και της χτύπησα την πόρτα γιατί δεν είχε κουδούνι. Μου είπε ότι ετοιμαζόταν και θα κατέβαινε. Εγώ την περίμενα έξω από το μαγαζί της Vodafone. Μετά από περίπου δέκα λεπτά ήρθε και μπήκαμε στο αμάξι. Εγώ οδηγούσα, η Ελένη ήταν δίπλα μου και ο Μ. καθόταν στην καρότσα. Πήγαμε στο σπίτι του φίλου μου που είναι στους Πεύκους».

«Ξεκινήσαμε να μιλάμε αλλά η Ελένη δεν ήθελε επαφή. Ο Μ.Κ, την απείλησε ότι αν δεν συνευρεθεί ερωτικά, δεν φεύγει από το σπίτι. Μετά, συνεχίσαμε αλλά και εκείνη πάλι δεν ήθελε και ο Μ.Κ της είπε «Άμα δεν κάτσεις, δεν θα φύγεις από το σπίτι». Είχαμε πιεί πολύ βότκα και δεν θυμάμαι καλά. Τη χτυπήσαμε στο πρόσωπο δυνατά και ζαλίστηκε. Τότε εκείνη είπε ότι θα το πει στην Αστυνομία και τότε θολώσαμε. Ο Μ.Κ τη χτύπησε με γροθιά και μετά εγώ της κράτησα τα χέρια και ο Μ.Κ τη χτύπησε δυνατά με ένα ηλεκτρικό σίδερο στο κεφάλι. Τότε τα χάσαμε και τρομάξαμε».

«Είχε τις αισθήσεις της μετά το χτύπημα με το σίδερο»

«Ναι η Ελένη είχε τις αισθήσεις της. Εγώ ήθελα να τη βάλουμε στο αμάξι να την πάμε στο νοσοκομείο αλλά ο Μ.Κ που οδήγησε το βανάκι πήγε σε ένα απόμερο σημείο με βράχια και μου είπε: «Πάμε να το τελειώσουμε…Εκεί, την πετάξαμε από τα βράχια στη θάλασσα. Στη συνέχεια πήγαμε στο σπίτι και προσπαθήσαμε να το καθαρίσουμε με σφουγγαρίστρα. Ύστερα, ξαναπήγαμε στο ίδιο σημείο που τη ρίξαμε και πετάξαμε λίγο πιο κάτω τα προσωπικά της αντικείμενα καθώς και το ηλεκτρικό σίδερο με το οποίο τη χτύπησε ο Μ.Κ».